Συνεχής είναι η διαρροή πετρελαιοειδών στο θαλάσσιο περιβάλλον της Καλντέρας στη Σαντορίνη από το ναυάγιο του «Sea Diamond», την ώρα πάντως που τα αποτελέσματα δύο πορισμάτων διαφέρουν ως προς τις εκτιμήσεις τους. Νεότερη μελέτη του Πολυτεχνείου Κρήτης, η οποία πραγματοποιείται για λογαριασμό της Νομαρχίας Κυκλάδων, καταδεικνύει ότι τελευταία οι διαρροές παρουσιάζουν αυξητική τάση, γι΄ αυτό οι ερευνητές επισημαίνουν ότι απαιτείται νέα χαρτογράφηση των σημείων τους. Αλλη, προηγούμενη μελέτη του ΕΛΚΕΘΕ, για λογαριασμό της πλοιοκτήτριας εταιρείας, είχε κάνει λόγο για μη επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
Στο ναυάγιο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ερευνητικής ομάδας του Πολυτεχνείου και τις νεότερες μετρήσεις, παραμένουν σημαντικές ποσότητες βαρέων μετάλλων, τα οποία, όπως αναφέρει ο επιστημονικός υπεύθυνος καθηγητής κ. Ευάγγελος Γιδαράκος , με βραδείες διεργασίες, θα καταλήξουν στο θαλάσσιο περιβάλλον. «Η ύπαρξη πετρελαιοειδών και ελαιωδών είναι πρόδηληκαι ορατή με γυμνό μάτι, πλησίον και εντός του αντιρρυπαντικού φράγματος» λέει ο καθηγητής. Κύριος στόχος της μελέτης του Πολυτεχνείου Κρήτης είναι ο ποιοτικός και ποσοτικός χαρακτηρισμός των επικίνδυνων και τοξικών ουσιών στην περιοχή. «Γι΄ αυτό επικεντρωθήκαμε στην εκτίμηση των υπαρχόντων εντός του ναυαγίου μετάλλων (π.χ., λειτουργικός και μη ηλεκτρομηχανολογικός εξοπλισμός, μεταλλικός σκελετός, θυσιαζόμενες άνοδοικτλ.), καθώς και πετρελαιοειδών και ελαιωδών» σημειώνει ο καθηγητής. Οι δειγματοληψίες που έγιναν σε επιφανειακά ιζήματα (ελήφθησαν σε βάθος από 0 ως 25 μέτρα) κατέδειξαν την ύπαρξη πετρελαϊκώνυδρογονανθράκων. Στο ένα τρίτο των δειγμάτων (περίπου στο 35%) μετρήθηκαν συγκεντρώσεις χαλκού (Cu) και μολύβδου (Ρb), οι οποίες βέβαια μπορεί να συσχετιστούν και με άλλες ανθρωπογενείς πηγές ρύπανσης. Σε κάθε περίπτωση οι συγκεντρώσεις αυτές συνδέονται με υψηλές τοξικές επιδράσεις σε θαλάσσιους οργανισμούς . «Το ίδιο και οι συγκεντρώσεις καδμίου (Cd) σε μέρος των ιζημάτων.
Υπερβάσεις των ορίων στις συγκεντρώσεις μολύβδου (Ρb), καδμίου (Cd) και υδραργύρου (Ηg) προέκυψαν και κατά τον έλεγχο που έγινε σε ψάρια τα οποία αλιεύθηκαν στην περιοχή του ναυαγίου. «Θεωρούμε ότι χρίζει προσοχής το γεγονός ότι περίπου το ήμισυ των δειγμάτων ξεπερνά τα θεσπισμένα εκ του Κανονισμού 1881/2006/ΕΚ όρια για τουλάχιστον ένα εκ των τριών αυτών μετάλλων» επισημαίνει ο κ. Γιδαράκος. Επίσης, όλα τα δείγματα στρειδιών, τα οποία ελήφθησαν κοντά στο αντιρρυπαντικό φράγμα, ξεπερνούσαν τα μέγιστα επιτρεπτά όρια της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το κάδμιο και τον μόλυβδο.
Πάντως τα αποτελέσματα των τριών δειγματοληψιών θαλασσινού νερού έδειξαν χαμηλές συγκεντρώσεις πετρελαϊκών υδρογονανθράκων και βαρέων μετάλλων. Οι ουσίες που απελευθερώνονται (σε συνάρτηση με τον χρόνο και τη μορφή στην οποία βρίσκονται) δεν παραμένουν στο νερό για μεγάλο χρονικό διάστημα και εναποτίθενται στα ιζήματα. Μόνο σε μεμονωμένα δείγματα ύδατος (από σημεία έξω και πλησίον του φράγματος), οι συγκεντρώσεις καδμίου και μολύβδου ξεπέρασαν κατά πολύ τα όρια ποιότητας υδάτων).
Π ερισσότερα από 25 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένου και του κόστους της απάντλησης, έχουν δαπανηθεί ως σήμερα για την άμεση αντιμετώπιση της ρύπανσης από την πλοιοκτήτρια Louis Ηellenic Cruises και τους ασφαλιστές του πλοίου, όπως επισημαίνει ο γενικός διευθυντής της εταιρείας κ. Γ. Κουμπενάς, «τη στιγμή που θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε περιορισμό της ευθύνης, σύμφωνα με την ελληνική και τη διεθνή νομοθεσία μέχρι του ποσού των 4,3 εκατ. ευρώ».
Η επιχείρηση ανατέθηκε σε εξειδικευμένη εταιρεία. «Το αποτέλεσμα ήταν η παράδοση των ακτών στις τοπικές αρχές, σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα, καθαρότερων απ΄ ό,τι ήταν πριν, αλλά και η μη επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, γεγονός που πιστοποιείται από τα αποτελέσματα των τακτικών αναλύσεων του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών. Στην τελευταία έκθεσή του μάλιστα σαφώς αναφέρεται ότι “οι επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον είναι αμελητέες”, ενώ παρατηρείται και ανάκαμψη στις θαλάσσιες βιοκοινωνίες» σημειώνει ο κ. Κουμπενάς.
Οσον αφορά την απάντληση των πετρελαιοειδών, «δεν έχει γίνει στο παρελθόν παρόμοια επιχείρηση σε κρουαζιερόπλοιο όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως» αναφέρει ο διευθυντής της εταιρείας. Αποτέλεσμα, σύμφωνα με τη Louis Ηellenic Cruises, ήταν η απάντληση 929 κυβικών μέτρων μείγματος θαλασσινού νερού και ρυπογόνων ουσιών, από τα οποία τα 155 κυβικά μέτρα είναι πετρελαιοειδή, ενώ δεν διαπιστώθηκε ύπαρξη άλλων ρυπογόνων ουσιών σε άλλα σημεία του πλοίου.
Αναφορικά με το αίτημα ανέλκυσης, η εταιρεία επισημαίνει ότι «στερείται κάθε επιστημονικής τεκμηρίωσης». Τονίζει μάλιστα ότι «οι ειδικοί σε επιχειρήσεις αυτής της μορφής, έχοντας μελετήσει όλα τα στοιχεία του ναυαγίου, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τόσο η θέση και η κατάσταση του ναυαγίου όσο και το βάθος που βρίσκεται αυτόκαθιστούν απαγορευτική οποιαδήποτε σχετική απόπειρα».
Η περισυλλογή πετρελαιοειδών και άλλων επικίνδυνων ρύπων στο σημείο του ναυαγίου είναι, σύμφωνα με τον κ. καθηγητή κ. Ευ. Γιδαράκο ανεπαρκής. «Οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή και ειδικότερα η πνοή νοτιοδυτικών ανέμων καθιστούν κάθε περισυλλογή αδύνατη» αναφέρει ο ίδιος. Γι΄ αυτό προτείνει να διπλασιαστεί το φράγμα, να προβλεφθεί η αντιμετώπιση κάθε μορφής ρύπανσης έξω από αυτό και να διασφαλιστούν οι γειτνιάζουσες ακτές.
«Η επιχείρηση απάντλησης, την οποία πραγματοποίησε η ανάδοχος εταιρεία Dronik Μaritime Consultants Ltd. - Μάιο- Ιούνιο του 2009-, μπορεί μόνο να χαρακτηρισθεί ως ανεπαρκής. Είναι αδιανόητο και εντελώς ασαφές η επιχείρηση απάντλησης να χαρακτηριστεί και να θεωρηθεί ως περατωθείσα» λέει ο καθηγητής.
http://www.tovima.gr/