3 Οκτ 2012

Μόνοι για πάντα;


Γιατί άραγε κάποιοι άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν μακροχρόνιες σχέσεις της προκοπής; Πόσο δραματικά τα βλέπουμε όλα; Τι θα πει χάπι έντ; To Madame Figaro προτείνει μια διαφορετική ανάγνωση της μέχρι τώρα ενήλικης ζωής μας.  

Το σκηνικό είναι ο γάμος κάποιας φίλης σου σε κάποια τοποθεσία μακριά από την πόλη. Πρωταγωνίστρια εσύ, φυσικά. Η εκκλησία είναι μικρή, ο κόσμος λίγος και καλός, εσύ αρχίζεις και δακρύζεις διακριτικά. Σκουπίζεις το δάκρυ με το πίσω μέρος της παλάμης, καθώς η χούφτα σου είναι γεμάτη με κολλημένους κόκκους ρυζιού. Θυμάσαι ότι όταν ήσουν μικρή, κορόιδευες τη μητέρα σου ως ευσυγκίνητη, αλλά το προσπερνάς γρήγορα. Το στερεότυπο σε θέλει να συγκινείσαι μεν αρκετά, αλλά ταυτόχρονα να εύχεσαι να έρθει επιτέλους κάποια στιγμή και η δική σου σειρά. Η πραγματικότητα ωστόσο σε βρίσκει αλλιώς: Να συνειδητοποιείς με μεγάλη χαλαρότητα και ίσως με κάποια ανακούφιση, δηλαδή, πως αυτή η ώρα αργεί

Αυτό είναι το καλό σενάριο. Υπάρχει κι ένα πιο μελό. Την ώρα που συγκινείσαι, εκμεταλλεύεσαι την κατάσταση και βάζεις τα κλάματα, με την πρόφαση μιας συναισθηματικής εκτόνωσης, ενώ στ’ αλήθεια καταριέσαι είτε εκείνους που πέρασαν από τη ζωή σου, αλλά δεν είχαν ιδέα τού τι θα πει συμβίωση, εμπιστοσύνη κι αφοσίωση, είτε εσένα, που πρώτον, βρίσκεις διαρκώς τον ίδιο λάθος άνθρωπο και δεύτερον, διώχνεις με χαρακτηριστική μεγάλη ευκολία όλα τα καλά, βαρετά παιδιά που σου χτυπούν την πόρτα

Και τα δύο σενάρια οδηγούν σε μία αγχωτική σκέψη, που αξίζει να την αντιμετωπίσουμε κάποια στιγμή με θάρρος: Μήπως κάποιοι από μας δεν είμαστε για μακροχρόνιες σχέσεις;

ΜΟΝΑΞΙΑ ΜΟΥ ΟΛΑ Ή ΜΟΝΑΞΙΑ ΜΟΥ ΤΙΠΟΤΑ;
Επειδή η παραπάνω εναρκτήρια σκηνή με τον γάμο μπορεί να θεωρηθεί αρκετά συμβατική, ας μιλήσουμε για τις ανθρώπινες σχέσεις ανεξαρτήτως φύλων και στερεοτύπων. Ύστερα από άπειρες συζητήσεις, αναλύσεις και ομολογουμένως δεκάδες χρήσιμα κουτσομπολιά για τις σχέσεις όλων των άλλων, υπάρχουν ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, που συνειδητοποιούν στους απολογισμούς τους, πως δεν είναι οι μόνοι, τελικά, οι οποίοι απέμειναν χωρίς ταίρι ύστερα από μία δεκαετία φλερτ, σχέσεων, χάζεμα φωτογραφιών στο facebook, συγκατοικήσεων, γάμων ή παρ’ ολίγον γάμων. Αυτοί οι άνθρωποι, λοιπόν, μπορεί μεν να νιώθουν σχετικά μόνοι, αλλά αυτό που τους τρομάζει τώρα, είναι ότι συνηθίζουν στη μοναχική ζωή, έστω και με κάποια διαλείμματα συντροφικότητας. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι, επίσης, που φοβούνται πως θα οδηγηθούν στη σύναψη μιας νέας σοβαρής σχέσης κατά κύριο λόγο από το φόβο των γηρατειών ή ακόμη χειρότερα από το άχθος της οικονομικής κρίσης κι όχι λόγω κάποιου δυνατού έρωτα. Απέναντί τους, στο ίδιο κάδρο θα τοποθετήσουμε όμως κι όλους εκείνους που θεωρούν ότι μένουν μόνοι τους, επειδή τα κάνουν όλα λάθος ή επειδή έχουν γεννηθεί με εμφυτευμένο τον περιβόητο μαγνήτη. Βλέποντας τη φωτογραφία που μόλις τραβήξαμε κι όχι με instagram, φυσικά, ερχόμαστε αντιμέτωποι με το ακόμη πιο καθαρό δίλημμα. Μήπως ήρθε η ώρα να απενεχοποιήσουμε εν τέλει τη μοναχικότητά μας ή πρέπει να δουλέψουμε ακόμη πιο σκληρά για να βρούμε επιτέλους έναν σταθερό σύντροφο, έστω και χωρίς το άγχος της μόνιμης αποκατάστασης; Κι αν υποθέσουμε ότι το Sex And The City προσπάθησε να απενεχοποιήσει τη single ζωή, γιατί στο τέλος πάλι έδωσε κυρίως λυτρωτικά φινάλε σταθερών σχέσεων του “για πάντα”;

ΑΝΑΛΥΣΕ ΤΟ
Οι ψυχολόγοι κι οι ψυχαναλυτές δεν θα σου δώσουν ποτέ μονολεκτικά μια απάντηση, και πολύ καλά κάνουν, διότι αυτό που θέλουν να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός και ότι διαρκώς πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας πολλές, πάρα πολλές και ιδιαίτερες για τον καθένα παραμέτρους. Παρ' όλα αυτά, δεν χρειάζεται να είσαι ο Φρόυντ για να συνειδητοποιήσεις ότι όχι μόνο όλοι οι άλλοι αλλά κι εμείς οι ίδιοι δυσκολευόμαστε να σχετιστούμε στ’ αλήθεια με τους άλλους ανθρώπους. Ίσως η γνώμη ενός ειδικού όμως, να μας κάνει να δούμε καθαρά πως συνήθως επιλέγουμε να έχουμε δίπλα μας ανθρώπους απλώς ως αντικείμενα της επιθυμίας μας χωρίς να τους αφήνουμε να μπουν ουσιαστικά στη ζωή μας. Ή, επίσης, πως δεν “ξεμένουμε τελικά μόνοι, επιλέγουμε να είμαστε μόνοι. Ή πως το “για πάντα μόνοι” είναι τόσο μα τόσο σχετικό όσο το “για πάντα μαζί. Άρα, ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσουμε τους φόβους μας επί του θέματος. Είτε είναι εκεί μπροστά μας σαν αδέσποτα που μας γαβγίζουν ασταμάτητα, είτε κρύβονται πίσω από την ανακούφιση του “επιτέλους, καλύτερα μόνος μου στη δική μου Ίμπιζα, όπως τόσο ωραία περιγράφει το σαλόνι του ο επηρμένα μοναχικός Χιου Γκραντ στην εναρκτήρια σκηνή της βρετανικής κομεντί About A Boy- για να διαψευστεί στο τέλος βέβαια, μ’ ένα γλυκό φινάλε. Ας αφήσουμε όμως τα χάπι εντ στην άκρη.

Η ψυχολόγος Ιουλία Κάραλη πριν από λίγες μέρες, κουβεντιάζοντας μαζί μας ένα πολύ ζεστό αθηναϊκό απόγευμα, μας υπενθύμισε μία πολύ σημαντική άποψη του μεγάλου θεωρητικού της ψυχανάλυσης, Λακάν: πως η σχέση μεταξύ ανθρώπων δεν υπάρχει. Πρέπει να επανεφευρίσκεται κάθε φορά. Δηλαδή, τολμώ να μεταφράσω, είναι σαν να μηδενίζουμε το κοντέρ σε κάθε γνωριμία, έχοντας την ευκαιρία να δημιουργούμε ένα νέο μοντέλο από την αρχή, όσο μας το επιτρέπουν η εξέλιξή μας και τα πρότυπα που αναπαράγουμε ο καθένας ξεχωριστά. «Εφευρίσκουμε δηλαδή, από την αρχή» θα συμπληρώσει η κα Κάραλη, «το αν η νέα σχέση θα είναι μακροχρόνια, βραχυχρόνια, σαδομαζοχιστική ή οτιδήποτε άλλο». Άρα η πεποίθηση του ότι κάνω διαρκώς τα ίδια λάθη, σε ίδιες σχέσεις μάλλον θέλει μια καλύτερη ματιά. Όπως επίσης χρειάζεται αναθεώρηση η άποψη του αμερικανικού προτύπου του «the one», του ενός και μοναδικού προσώπου, του «έρωτα της ζωής μας», δηλαδή, που μάλλον μπλοκάρει πολύ κόσμο από το να συνάψει σχέσεις, καθώς ενώ γνωρίζει ότι αυτό το πρόσωπο μάλλον δεν υπάρχει, εξακολουθεί να ελπίζει, καθυστερώντας ουσιαστικά την ουσιαστική σχέση με έναν άλλο άνθρωπο, με τη ναρκισσιστική πρόφαση πως δεν κάνει εκπτώσεις στις απαιτήσεις του. «Δεν υπάρχει τέλειος, υπάρχει ο συμβατός μ’ εμένα» θα μας υπενθυμίσει ξανά η ψυχολόγος κα Κάραλη, ενώ στη συνέχεια θα σχολιάσει το κομμάτι του διλήμματος, σύμφωνα με το οποίο συνειδητοποιούμε το ότι είναι προτιμητέο να μένουμε μόνοι μας, γενικώς και αορίστως: « Μένω μόνος θα πει, ότι έχω μια καλή σχέση με τον εαυτό μου. Θα πρέπει να διαχωρίσουμε βέβαια τη μοναχικότητα που οδηγεί μερικές φορές ακόμη και στη δημιουργικότητα, από τη μοναξιά που μας υπενθυμίζει το πόσο μόνοι είμαστε». Για να το πούμε κι αλλιώς, είναι ανάγκη να καταλάβουμε τη διαφορά του «είμαι μόνος κατ’ επιλογή» από το «νιώθω μισός».

ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΗ
Είτε μας αρέσει είτε όχι (αυτό για όσους είναι υπέρμαχοι της μοναχικής ζωής) η συντροφικότητα φαίνεται να είναι μονόδρομος, σύμφωνα με τους ειδικούς, οι οποίοι μάλιστα επιμένουν πως οι σχέσεις είναι ένας σίγουρος δρόμος για την αυτογνωσία, την ισορροπία και την εξέλιξη του καθενός μας, καθώς οι άλλοι άνθρωποι λειτουργούν ως καθρέφτες μας. Αρκεί βέβαια, κάθε φορά, να μπορούμε να παρατηρούμε τον εαυτό μας μέσα σε αυτούς, προκειμένου να εξελισσόμαστε στ’ αλήθεια κι όχι απλώς να διορθώνουμε το τσουλούφι που πετάει. Ίσως λοιπόν, αν απαλλαγούμε από το άγχος της μόνιμης επιτυχημένης σχέσης, ενός ωραίου και ανεδαφικού χάπι εντ, δηλαδή που μεταφράζεται σε έναν βεβιασμένο γάμο, παιδί, τέλεια συγκατοίκηση ή ατελείωτο φλερτ που δεν οδηγεί στ’ αλήθεια πουθενά, ίσως τότε θα σταματούσε να μας προκαλεί άγχος το ενδεχόμενο σενάριο μοναξιάς ή η ψυχαναγκαστική σιγουριά του “καλύτερα μόνος μου”. Διότι πολύ απλά σε αυτή την περίπτωση βλέπουμε καλύτερα το παρόν μας χωρίς να επενδύουμε στο αόριστο μέλλον. Άρα, οι σχέσεις κάτω από αυτό το πρίσμα θα μπορούσαν να ξεκινούν χωρίς τους ψυχαναγκασμούς του νυν και αεί ή της κατάκτησης του ιδανικού τρόπαιου, αλλά με την αληθινή δίψα για τη γνωριμία του άλλου, αποδεχόμενοι εξίσου τον ενθουσιασμό και το ξεφούσκωμα, την απογείωση και την προσγείωση, το φτου ξανά απ’ την αρχή- όλα τα στάδια δηλαδή μίας εξέλιξης, που δεν θα μπορούσαν με τίποτα να εκληφθούν μόνο ως αποτυχία. Ακόμη και για εκείνους που αποφεύγουν το σπάσιμο των αυγών που προϋποθέτει μια σχέση, επιλέγοντας την γαλήνια ηρεμία τους, ας τους ψιθυρίσουμε κάτι που το υπαινίσσονται άπειρα βιβλία, ποιήματα και τραγούδια.
Πάντα υπάρχει η προσδοκία της εύρεσης ενός λιμανιού, ίσως ακόμη και για τους πιο κυνικά μοναχικούς ανθρώπους. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι σπαταλάς όλο το χρόνο σου περιμένοντας. Η προσδοκία αυτή είναι σαν ένα μπουκάλι που ρίχνεις στη θάλασσα και μετά το ξεχνάς. Μέχρι να το διαβάσει ένας άνθρωπος που μιλά την ίδια γλώσσα με σένα.

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΠΙ ΕΝΤ ΔΕΝ ΕΥΣΤΑΘΟΥΝ;
Ζητήσαμε από την ψυχολόγο Ιουλία Κάραλη να μας βοηθήσει να τα αντιμετωπίζουμε δραστικά, χωρίς να πέφτουμε στην παγίδα τους.
Το χάπι εντ είναι ένα συμπέρασμα που προκύπτει στο τέλος και όχι στο παρόν, που εμείς αυθαίρετα βαφτίζουμε ψυχαναγκαστικά ως χάπι εντ - για παράδειγμα έναν γάμο, την άφιξη ενός παιδιού, τη δημιουργία μιας ευτυχίας εδώ και τώρα. Νοηματοδοτούμε πάντα εκ των υστέρων, δηλαδή, για κάτι που βρίσκεται στον επίλογό του. Χάπι εντ θα μπορούσε να είναι η οπτική ενός τρίτου για ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που ζει αρμονικά κι αγαπημένα. Τα χολιγουντιανά χάπι εντ έχουν απήχηση γιατί έχουμε μεγάλη ανάγκη να ονειρευόμαστε. Απλά αυτό που δεν μας λένε οι ταινίες, είναι το τι συμβαίνει μετά το φιλί, μετά τον γάμο. Μετά η σχέση απαιτεί ψάξιμο, προσπάθεια, αγωνία. Να αντέχεις τα ελαττώματα του άλλου. Με το που θα πεις «επιτέλους, παντρεύτηκα» τότε ξεκινά η καταστροφή. Η σχέση θέλει διαρκώς ανανέωση.
Ιουλία Κάραλη είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας της Νέας Λακανικής Σχολής.


Aπό το Δημήτρη Βραχνό

http://www.madamefigaro.gr/