του Νικόλα Γεωργιακώδη
Στην «ελληναράδικη» αντίληψη του «θα πάω το παιδί μου να γίνει ποδοσφαιριστής/ μπασκετμπολίστας», πολλά ερωτηματικά θα μπορούσαν να προστεθούν. Αρχικά, γιατί σε μια χώρα που αποτελεί κοιτίδα των Ολυμπιακών Αγώνων το αθλητικό ενδιαφέρον του θεατή να περιορίζεται στο δίπτυχο – άντε τρίπτυχο- «μπάσκετ, ποδόσφαιρο, βόλεϊ»; Γιατί να μην γίνονται προσπάθειες από τους αρμόδιους φορείς και τα μέσα για να «ανέβουν» και να γίνουν γνωστά στους νέους άλλα αθλήματα που στο εξωτερικό συγκεντρώνουν χιλιάδες οπαδούς; Γιατί να μην έχουν την δυνατότητα έλληνες αθλητές που... βράζει το αίμα τους να εκπροσωπούν με αξιώσεις την χώρα τους στο εξωτερικό;
Με επιδοτήσεις που εξαφανίστηκαν από προσώπου γης, χορηγίες που μείνανε στο «Θα» και απουσία πρωτοβουλιών στον τομέα του αθλητισμού στην Ελλάδα δεν θα μιλήσουμε. Ίσως και να μην είμαστε αρμόδιοι. Αυτό που μπορούμε όμως να κάνουμε είναι να αφήσουμε τους πρωταγωνιστές αυτών των αθλημάτων, να μιλήσουν για αυτό που αγαπούν να κάνουν περισσότερο: να αθλούνται με τα χρώματα των αγαπημένων τους ομάδων σε αθλήματα «άγνωστα» για αρκετούς – και ενίοτε παραμελημένα - και να ελπίζουν ότι στο μέλλον θα λάβουν κάποια διάκριση με τα γαλανόλευκα.
Rugby
Το «βάρβαρο άθλημα των ευγενών», όπως είναι παγκοσμίως γνωστό το rugby, τυγχάνει μεγάλης αναγνώρισης σε χώρες όπως η Ουαλία, η Νότιος Αφρική, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Αγγλία και το Ντουμπάι, ενώ πρόκειται να συμπεριληφθεί και στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου. Αυτή την στιγμή, παίζεται σε περισσότερες από 120 χώρες του κόσμου και θεωρείται από τα ελάχιστα αθλήματα που απαιτούν ταυτόχρονα δύναμη, αντοχή, ταχύτητα, σπιρτάδα και ομαδικότητα. «Ομαδικότητα; Μα σε όλα τα παιχνίδια οι παίκτες παίζουν ξύλο!», θα αναρωτηθείτε εύλογα. Ναι, τα μαρκαρίσματα είναι σίγουρα δυνατά, αλλά το rugby δεν είναι αγώνας ελληνορωμαϊκής πάλης, όπως πολύ πιστεύουν.
Σκοπός του παιχνιδιού είναι να περάσουν με την μπάλα την αμυντική γραμμή των αντιπάλων και να σκοράρουν περνώντας την τελική γραμμή του γηπέδου (try). Το κάθε try μετράει για πέντε πόντους. Βασικός κανόνας είναι ότι η πάσα γίνεται πάντα προς τα πλάγια ή πίσω και ποτέ μπροστά. Η αντίπαλη ομάδα προσπαθεί να εμποδίσει το σκοράρισμα χρησιμοποιώντας ένα είδος τάκλιν που γίνεται με τους ώμους. Από την στιγμή που ο επιτιθέμενος παίκτης πέσει κάτω, είναι υποχρεωμένος να αφήσει την μπάλα.
Κάθε ομάδα αποτελείται από 15 παίκτες. Απόλυτος "άρχοντας" του αγώνα είναι ο διαιτητής στον οποίο, κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης, μπορούν να μιλούν μόνο οι αρχηγοί των δύο ομάδων. To γήπεδο του ράγκμπι είναι ίδιο με αυτό ενός γηπέδου ποδοσφαίρου, με μια επιπλέον περιοχή 5-10 μέτρων σε κάθε άκρη του γηπέδου. Σε αντίθεση με τα τέρματα του ποδοσφαίρου, τα δοκάρια του ράγκμπι είναι σε σχήμα "Ήτα" και έχουν μήκος 5,6 μ. Τέλος, η διάρκεια του αγώνα είναι 80 λεπτά (δύο 40λεπτα ημίχρονα).
Παρά την μεγάλη δημοτικότητά του στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου, το rugby στην Ελλάδα – παρ’ ότι υφίσταται εδώ και αρκετά χρόνια - εξακολουθεί να μην αντιμετωπίζεται με την ανάλογη «σοβαρότητα» από τους αρμόδιους. Οι ομάδες, αν και αποτελούνται από ταλαντούχους παίκτες με θέληση για διακρίσεις, παίζουν σε καθαρά ερασιτεχνικό επίπεδο και οι εγκαταστάσεις είναι ουσιαστικά ανύπαρκτες. «Το rugby στην Ελλάδα είναι ακόμα σε νηπιακό στάδιο. Στην Αττική έχουν έδρα μόνο τρεις ομάδες και δεν υπάρχει ούτε ένα γήπεδο ειδικά διαμορφωμένο για rugby», μας λέει ο Άκης Κοντάκης second row της ομάδας Athens Rugby και παίκτης της Εθνικής και συνεχίζει: «Μας βάζουν αυτόματα στην ίδια κατηγορία με τα ιδιωτικά γυμναστήρια. Ειλικρινά δεν ξέρω κανένα άθλημα που να είναι ολυμπιακό και ‘γυμναστηρίου’», σχετικά με απόφαση της Κυβέρνησης που χαρακτηρίζει το άθλημα ως «ιδιωτικού ενδιαφέροντος».
Από αγωνιστικής πλευράς πάντως, η Εθνική ομάδα rugby συνεχίζει να μας βγάζει ασπροπρόσωπους σε διεθνείς αγώνες, αφού επικράτησε της Βουλγαρίας με 47-7 και της Φινλανδίας με 16-6 για την κατηγορία 2D του κυπέλλου εθνών της FIRA-AER.
Όλα τα τελευταία νέα για το rugby εδώ.
Field Hockey
Τι αυτό με τα άλογα; Α, μήπως εκείνο στον πάγο που παίζουν συνέχεια ξύλο; Το Field Hockey ή Χόκεϋ επί χόρτου ελληνιστί, δεν είναι αφορά κανένα από τα παραπάνω. Για την ακρίβεια μοιάζει αρκετά με το Χόκεϋ στον πάγο με την διαφορά ότι οι ομάδες λύνουν τις διαφορές τους στο χορτάρι, σε γήπεδο που θυμίζει αρκετά αυτό του ποδοσφαίρου, με συνθετικό χλοοτάπητα (outdoor) αλλά και σε κλειστές αίθουσες σάλας (indoor). Οι ομάδες αποτελούνται για το outdoor από έντεκα παίχτες η κάθε μία και στο indoor από 5 παίχτες.
Οι παίκτες κρατώντας ένα ειδικά διαμορφωμένο μπαστούνι, καμπυλωτό από την μία πλευρά και επίπεδο από την άλλη, χειρίζονται μια μικρή μπάλα κατασκευασμένη από καουτσούκ με την επίπεδη πλευρά και έχουν σαν στόχο να σκοράρουν στην αντίπαλη εστία. Οι κανονισμοί στο χόκεϋ επί χόρτου αν και διαφέρουν από αυτούς του ποδοσφαίρου (δεν υπάρχει offside για παράδειγμα), έχουν παρ’ όλα αυτά ορισμένες ομοιότητες όπως φάουλ, πέναλτι, αποβολές με κίτρινη ή κόκκινη κάρτα και πέναλτι.
Το άθλημα είναι «σπιντάτο», έχει θεαματικές ντρίμπλες και τα σουτ αν και επιτρέπεται να γίνουν μόνο μέσα από το “D” του τέρματος (κάτι σαν την μικρή περιοχή στο ποδόσφαιρο) μπορούν να μετατραπούν σε πραγματικές… βολίδες προς την εστία προσφέροντας έτσι απλόχερα θέαμα στο κοινό. Οι μονομαχίες ανάμεσα στους παίκτες είναι εξίσου δυναμικές (“if you can’t play nice, play field hockey” λένε γελώντας όσοι ασκούν το άθλημα), όπως και τα μαρκαρίσματα.
Απορίας άξιο λοιπόν, για ακόμα μια φορά, πως ένα τόσο ενδιαφέρον και ιδιαίτερο ολυμπιακό αγώνισμα, το οποίο μάλιστα παιζόταν και στην Αρχαία Ελλάδα με την ονομασία «κερητίζειν», δεν προωθείται από τους αρμόδιους φορείς. «Είναι κρίμα ένα άθλημα που ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα να βρίσκεται ακόμα σε νηπιακή μορφή στην χώρα», μας λέει η Μαρία Κρητικού δεξί χαφ της γυναικείας ομάδας του «Α. Ο.Χ. Υμηττού» και μέλος της εθνικής , σχολιάζοντας την ελάχιστη προβολή που έχει το χόκεϊ επί χόρτου από τα media. Απορίας άξιο είναι βέβαια και το γεγονός ότι το χόκεϊ ήταν το μοναδικό άθλημα που δεν εκπροσωπήθηκε ποτέ στους Ολυμπιακούς από την χώρα στην οποία διεξήχθησαν.
«Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ολυμπιάδα θα μπορούσε να βοηθήσει τον Έλληνα στο να γνωρίσει το άθλημα και εντέλει να το αγαπήσει», λέει η Μαρία σχετικά, χωρίς να κρύβει πάντως, την αισιοδοξία της για το μέλλον του αθλήματος στην Ελλάδα: «Το χόκεϊ δεν έχει πει ακόμα την τελευταία του κουβέντα. Γίνονται προσπάθειες από όλους τους συλλόγους και ήδη έχουμε καταφέρει να κερδίσουμε δύσκολες ευρωπαϊκές ομάδες συγκεντρώνοντας έτσι την προσοχή των μέσων».
Περισσότερες πληροφορίες για το Hockey εδώ.
Badminton
«Ποιο, το θέατρο; Καλές παραστάσεις έχει, ναι». Μπορεί ο περισσότερος κόσμος να έχει συνδέσει πλέον το κτίριο στο Γουδί με τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται εκεί, αλλά το ολυμπιακό άθλημα του Badminton (αντιπτέριση ελληνικά), ελάχιστοι το θυμούνται. Και όμως, το εν λόγω άθλημα αυξάνει διαρκώς την δύναμη του στην χώρα μας και προσελκύει ολοένα και περισσότερους… πιστούς, με την δημιουργία παραπάνω από εβδομήντα σωματείων πανελλαδικώς.
Η αντιπτέριση θυμίζει σε αρκετά σημεία το τένις. Παίζεται με δύο ως τέσσερις παίκτες και χωρίζεται σε απλό αντρών, διπλό αντρών, απλό γυναικών, διπλό γυναικών και διπλό μικτό, όπου ένα ζευγάρι (άντρας, γυναίκα) είναι αντίπαλο με ένα αντίστοιχο. Το μεικτό αυτό ζευγάρι, αποτελεί και πρωτοτυπία του αθλήματος, μιας και είναι το μόνο στο οποίο μπορούν να παίξουν συμπαίκτες άντρας και γυναίκα. Το παιχνίδι παίζεται με μια ειδική ρακέτα, κάπως πιο λεπτή από αυτή του τένις και εντελώς στρογγυλή, αντί για μπαλάκι υπάρχει ένα φτερό (shutlecock αγγλιστί), ενώ το φιλέ που χωρίζει τους παίκτες είναι πιο ψηλό. Αντικειμενικός σκοπός του παιχνιδιού είναι να πέσει το φτερό στο γήπεδο του αντιπάλου.
Αν και εκ πρώτης όψεως, ο χώρος του γηπέδου φαίνεται μικρός (6,70x6,10 m), η αντοχή που απαιτείται είναι εξαιρετικά… μεγάλη. Ταχύτητα, δύναμη και εκρηκτικότητα εναλλάσσονται σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού και για αυτόν τον λόγο δεν είναι λίγοι εκείνοι που προσομοιάζουν έναν αγώνα badminton με μονομαχίες… πολεμικών τεχνών. Σε παλαιότερη σύγκριση που έγινε μάλιστα ανάμεσα σε έναν αγώνα badminton και έναν αγώνα τένις (συγκεκριμένα τους τελικούς του 1985 σε Αγγλία και Καναδά) τα στοιχεία έδειξαν ότι οι αθλητές του badminton αγωνίστηκαν για το μισό χρονικό διάστημα (37 λεπτά πραγματικού χρόνου παιχνιδιού σε σχέση με 18 στο τένις), αλλά έτρεξαν τη διπλάσια απόσταση (4 μίλια έναντι 2) και έκαναν σχεδόν διπλάσια χτυπήματα (1.972 έναντι 1.004).
Ο καταιγιστικός του ρυθμός λοιπόν, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους ολοένα και περισσότεροι νέοι αθλητές και αθλήτριες αποφασίζουν να ασχοληθούν με αυτό. Όπως μας λέει και η Μαρία – Αθηνά Κασωτάκη, από την ομάδα Ε.Α.Φ.Ω στη Θεσσαλονίκη και μέλος της εθνικής ομάδας: «Είναι ένα πρωτότυπο και εντελώς διαφορετικό άθλημα από αυτά που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε και να κάνουμε στην Ελλάδα» και προσθέτει: «Τα χτυπήματα επίσης, είναι πολύ πιο εντυπωσιακά και δυνατά σε σχέση με αυτά του τένις, γεγονός που το καθιστά ακόμα πιο έντονο και δυναμικό. Είναι σίγουρα ένα πολύ δύσκολο άθλημα, αλλά είναι αυτή η δυσκολία του που το κάνει πιο όμορφο. Είναι σαν να «παλεύεις» για να κρατήσεις το μπαλάκι στον αέρα».
Σε αντίθεση με τα προαναφερθέντα αθλήματα, το Badminton ενισχύεται από χορηγούς που φαίνεται να πιστεύουν στην ανάπτυξή του στην χώρα μας με την Ομοσπονδία Αντιπτέρισης να εξασφαλίζει για ένα έτος χορηγία ολοκληρωμένης ένδυσης /εμφάνισης Εθνικών Ομάδων καθώς και υλικό για την υλοποίηση του προγράμματος «Μπαντμιντόραμα». Τα στοιχειώδη δηλαδή, τα οποία στην χώρα μας έχουν καταλήξει να φαντάζουν πολυτέλειες.
Περισσότερες πληροφορίες για το άθλημα Badminton εδώ.
Futsal
Άγνωστη λέξη; Βοηθάμε: Ποδόσφαιρο Σάλας. «Τι είναι πάλι αυτό;» Εξηγούμαστε. Το Futsal ή ποδόσφαιρο σάλας, αποτελεί μια εκδοχή του ποδοσφαίρου σε κλειστό γυμναστήριο. Παίζεται ανάμεσα σε δύο ομάδες των πέντε παικτών και σε αντίθεση με το κλασικό ποδόσφαιρο, οι αγώνες futsal γίνονται σε γήπεδα με «σκληρή» επιφάνεια που έχουν διαστάσεις γηπέδου χάντμπολ (40x20 m.) και διαρκούν σαράντα λεπτά (δύο ημίχρονα των 20 λεπτών). Οι αγώνες στην Ελλάδα διεξάγονται με βάση τους κανονισμούς της FIFA και της UEFA, ενώ καταχρηστικά ορισμένα παιχνίδια φιλοξενούνται σε ανοικτά γήπεδα, ενώ οι ομάδες έχουν την δική τους Ένωση, την Πανελλήνια Ενωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Σάλας (ΠΕΠΣΣ).
«Είναι ένα πολύ γρήγορο άθλημα, με γρήγορο ρυθμό και πολλές φάσεις», μας λέει ο Παναγιώτης Αρτινός παίκτης της πρωτοπόρου στο ελληνικό πρωτάθλημα ομάδας «Αθήνα 90» και μέλος της Εθνικής ομάδας τα τελευταία τέσσερα χρόνια και συνεχίζει: «Ο κάθε παίκτης έρχεται πολλές φορές σε επαφή με την μπάλα και συμμετέχει διαρκώς στο παιχνίδι». Το ποδόσφαιρο σάλας στην Ελλάδα χωρίζεται έχει 1η και 2η εθνική κατηγορία με δώδεκα και έξι ομάδες αντίστοιχα, ενώ η κάθε ομάδα είναι υποχρεωμένη να έχει τις δικές της αγωνιστικές ακαδημίες για την προώθηση και εξέλιξη του αθλήματος.
Θα περίμενε κανείς το εν λόγω άθλημα, λόγω της συγγένειάς του με το ποδόσφαιρο, να έχει μεγαλύτερη εμβέλεια στην Ελλάδα. Και όμως. «Αρνητικό φαινόμενο είναι ότι σχεδόν το 95% των ομάδων είναι από Αθήνα και σε αντίθεση με το κλασσικό ποδόσφαιρο το άθλημα στην χώρα μας είναι σε καθαρά ερασιτεχνικό επίπεδο και δεν χαίρει προβολής και διαφήμισης από τα μέσα», λέει ο Παναγιώτης, ο οποίος ευελπιστεί κάποια μέρα το ποδόσφαιρο σάλας να γίνει ολυμπιακό άθλημα. Μάλιστα, η εθνική ομάδα της χώρας μας υπάρχει για παραπάνω από δύο δεκαετίες και έχει συμμετάσχει κατά καιρούς σε προκριματικούς αγώνες τόσο ευρωπαϊκούς όσο και παγκόσμιους.
Μάθετε περισσότερες πληροφορίες για το ποδόσφαιρο σάλας και τις ακαδημίες του εδώ.
http://www.in2life.gr/
Στην «ελληναράδικη» αντίληψη του «θα πάω το παιδί μου να γίνει ποδοσφαιριστής/ μπασκετμπολίστας», πολλά ερωτηματικά θα μπορούσαν να προστεθούν. Αρχικά, γιατί σε μια χώρα που αποτελεί κοιτίδα των Ολυμπιακών Αγώνων το αθλητικό ενδιαφέρον του θεατή να περιορίζεται στο δίπτυχο – άντε τρίπτυχο- «μπάσκετ, ποδόσφαιρο, βόλεϊ»; Γιατί να μην γίνονται προσπάθειες από τους αρμόδιους φορείς και τα μέσα για να «ανέβουν» και να γίνουν γνωστά στους νέους άλλα αθλήματα που στο εξωτερικό συγκεντρώνουν χιλιάδες οπαδούς; Γιατί να μην έχουν την δυνατότητα έλληνες αθλητές που... βράζει το αίμα τους να εκπροσωπούν με αξιώσεις την χώρα τους στο εξωτερικό;
Με επιδοτήσεις που εξαφανίστηκαν από προσώπου γης, χορηγίες που μείνανε στο «Θα» και απουσία πρωτοβουλιών στον τομέα του αθλητισμού στην Ελλάδα δεν θα μιλήσουμε. Ίσως και να μην είμαστε αρμόδιοι. Αυτό που μπορούμε όμως να κάνουμε είναι να αφήσουμε τους πρωταγωνιστές αυτών των αθλημάτων, να μιλήσουν για αυτό που αγαπούν να κάνουν περισσότερο: να αθλούνται με τα χρώματα των αγαπημένων τους ομάδων σε αθλήματα «άγνωστα» για αρκετούς – και ενίοτε παραμελημένα - και να ελπίζουν ότι στο μέλλον θα λάβουν κάποια διάκριση με τα γαλανόλευκα.
Rugby
Το «βάρβαρο άθλημα των ευγενών», όπως είναι παγκοσμίως γνωστό το rugby, τυγχάνει μεγάλης αναγνώρισης σε χώρες όπως η Ουαλία, η Νότιος Αφρική, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Αγγλία και το Ντουμπάι, ενώ πρόκειται να συμπεριληφθεί και στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου. Αυτή την στιγμή, παίζεται σε περισσότερες από 120 χώρες του κόσμου και θεωρείται από τα ελάχιστα αθλήματα που απαιτούν ταυτόχρονα δύναμη, αντοχή, ταχύτητα, σπιρτάδα και ομαδικότητα. «Ομαδικότητα; Μα σε όλα τα παιχνίδια οι παίκτες παίζουν ξύλο!», θα αναρωτηθείτε εύλογα. Ναι, τα μαρκαρίσματα είναι σίγουρα δυνατά, αλλά το rugby δεν είναι αγώνας ελληνορωμαϊκής πάλης, όπως πολύ πιστεύουν.
Σκοπός του παιχνιδιού είναι να περάσουν με την μπάλα την αμυντική γραμμή των αντιπάλων και να σκοράρουν περνώντας την τελική γραμμή του γηπέδου (try). Το κάθε try μετράει για πέντε πόντους. Βασικός κανόνας είναι ότι η πάσα γίνεται πάντα προς τα πλάγια ή πίσω και ποτέ μπροστά. Η αντίπαλη ομάδα προσπαθεί να εμποδίσει το σκοράρισμα χρησιμοποιώντας ένα είδος τάκλιν που γίνεται με τους ώμους. Από την στιγμή που ο επιτιθέμενος παίκτης πέσει κάτω, είναι υποχρεωμένος να αφήσει την μπάλα.
Κάθε ομάδα αποτελείται από 15 παίκτες. Απόλυτος "άρχοντας" του αγώνα είναι ο διαιτητής στον οποίο, κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης, μπορούν να μιλούν μόνο οι αρχηγοί των δύο ομάδων. To γήπεδο του ράγκμπι είναι ίδιο με αυτό ενός γηπέδου ποδοσφαίρου, με μια επιπλέον περιοχή 5-10 μέτρων σε κάθε άκρη του γηπέδου. Σε αντίθεση με τα τέρματα του ποδοσφαίρου, τα δοκάρια του ράγκμπι είναι σε σχήμα "Ήτα" και έχουν μήκος 5,6 μ. Τέλος, η διάρκεια του αγώνα είναι 80 λεπτά (δύο 40λεπτα ημίχρονα).
Παρά την μεγάλη δημοτικότητά του στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου, το rugby στην Ελλάδα – παρ’ ότι υφίσταται εδώ και αρκετά χρόνια - εξακολουθεί να μην αντιμετωπίζεται με την ανάλογη «σοβαρότητα» από τους αρμόδιους. Οι ομάδες, αν και αποτελούνται από ταλαντούχους παίκτες με θέληση για διακρίσεις, παίζουν σε καθαρά ερασιτεχνικό επίπεδο και οι εγκαταστάσεις είναι ουσιαστικά ανύπαρκτες. «Το rugby στην Ελλάδα είναι ακόμα σε νηπιακό στάδιο. Στην Αττική έχουν έδρα μόνο τρεις ομάδες και δεν υπάρχει ούτε ένα γήπεδο ειδικά διαμορφωμένο για rugby», μας λέει ο Άκης Κοντάκης second row της ομάδας Athens Rugby και παίκτης της Εθνικής και συνεχίζει: «Μας βάζουν αυτόματα στην ίδια κατηγορία με τα ιδιωτικά γυμναστήρια. Ειλικρινά δεν ξέρω κανένα άθλημα που να είναι ολυμπιακό και ‘γυμναστηρίου’», σχετικά με απόφαση της Κυβέρνησης που χαρακτηρίζει το άθλημα ως «ιδιωτικού ενδιαφέροντος».
Από αγωνιστικής πλευράς πάντως, η Εθνική ομάδα rugby συνεχίζει να μας βγάζει ασπροπρόσωπους σε διεθνείς αγώνες, αφού επικράτησε της Βουλγαρίας με 47-7 και της Φινλανδίας με 16-6 για την κατηγορία 2D του κυπέλλου εθνών της FIRA-AER.
Όλα τα τελευταία νέα για το rugby εδώ.
Field Hockey
Τι αυτό με τα άλογα; Α, μήπως εκείνο στον πάγο που παίζουν συνέχεια ξύλο; Το Field Hockey ή Χόκεϋ επί χόρτου ελληνιστί, δεν είναι αφορά κανένα από τα παραπάνω. Για την ακρίβεια μοιάζει αρκετά με το Χόκεϋ στον πάγο με την διαφορά ότι οι ομάδες λύνουν τις διαφορές τους στο χορτάρι, σε γήπεδο που θυμίζει αρκετά αυτό του ποδοσφαίρου, με συνθετικό χλοοτάπητα (outdoor) αλλά και σε κλειστές αίθουσες σάλας (indoor). Οι ομάδες αποτελούνται για το outdoor από έντεκα παίχτες η κάθε μία και στο indoor από 5 παίχτες.
Οι παίκτες κρατώντας ένα ειδικά διαμορφωμένο μπαστούνι, καμπυλωτό από την μία πλευρά και επίπεδο από την άλλη, χειρίζονται μια μικρή μπάλα κατασκευασμένη από καουτσούκ με την επίπεδη πλευρά και έχουν σαν στόχο να σκοράρουν στην αντίπαλη εστία. Οι κανονισμοί στο χόκεϋ επί χόρτου αν και διαφέρουν από αυτούς του ποδοσφαίρου (δεν υπάρχει offside για παράδειγμα), έχουν παρ’ όλα αυτά ορισμένες ομοιότητες όπως φάουλ, πέναλτι, αποβολές με κίτρινη ή κόκκινη κάρτα και πέναλτι.
Το άθλημα είναι «σπιντάτο», έχει θεαματικές ντρίμπλες και τα σουτ αν και επιτρέπεται να γίνουν μόνο μέσα από το “D” του τέρματος (κάτι σαν την μικρή περιοχή στο ποδόσφαιρο) μπορούν να μετατραπούν σε πραγματικές… βολίδες προς την εστία προσφέροντας έτσι απλόχερα θέαμα στο κοινό. Οι μονομαχίες ανάμεσα στους παίκτες είναι εξίσου δυναμικές (“if you can’t play nice, play field hockey” λένε γελώντας όσοι ασκούν το άθλημα), όπως και τα μαρκαρίσματα.
Απορίας άξιο λοιπόν, για ακόμα μια φορά, πως ένα τόσο ενδιαφέρον και ιδιαίτερο ολυμπιακό αγώνισμα, το οποίο μάλιστα παιζόταν και στην Αρχαία Ελλάδα με την ονομασία «κερητίζειν», δεν προωθείται από τους αρμόδιους φορείς. «Είναι κρίμα ένα άθλημα που ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα να βρίσκεται ακόμα σε νηπιακή μορφή στην χώρα», μας λέει η Μαρία Κρητικού δεξί χαφ της γυναικείας ομάδας του «Α. Ο.Χ. Υμηττού» και μέλος της εθνικής , σχολιάζοντας την ελάχιστη προβολή που έχει το χόκεϊ επί χόρτου από τα media. Απορίας άξιο είναι βέβαια και το γεγονός ότι το χόκεϊ ήταν το μοναδικό άθλημα που δεν εκπροσωπήθηκε ποτέ στους Ολυμπιακούς από την χώρα στην οποία διεξήχθησαν.
«Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ολυμπιάδα θα μπορούσε να βοηθήσει τον Έλληνα στο να γνωρίσει το άθλημα και εντέλει να το αγαπήσει», λέει η Μαρία σχετικά, χωρίς να κρύβει πάντως, την αισιοδοξία της για το μέλλον του αθλήματος στην Ελλάδα: «Το χόκεϊ δεν έχει πει ακόμα την τελευταία του κουβέντα. Γίνονται προσπάθειες από όλους τους συλλόγους και ήδη έχουμε καταφέρει να κερδίσουμε δύσκολες ευρωπαϊκές ομάδες συγκεντρώνοντας έτσι την προσοχή των μέσων».
Περισσότερες πληροφορίες για το Hockey εδώ.
Badminton
«Ποιο, το θέατρο; Καλές παραστάσεις έχει, ναι». Μπορεί ο περισσότερος κόσμος να έχει συνδέσει πλέον το κτίριο στο Γουδί με τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται εκεί, αλλά το ολυμπιακό άθλημα του Badminton (αντιπτέριση ελληνικά), ελάχιστοι το θυμούνται. Και όμως, το εν λόγω άθλημα αυξάνει διαρκώς την δύναμη του στην χώρα μας και προσελκύει ολοένα και περισσότερους… πιστούς, με την δημιουργία παραπάνω από εβδομήντα σωματείων πανελλαδικώς.
Η αντιπτέριση θυμίζει σε αρκετά σημεία το τένις. Παίζεται με δύο ως τέσσερις παίκτες και χωρίζεται σε απλό αντρών, διπλό αντρών, απλό γυναικών, διπλό γυναικών και διπλό μικτό, όπου ένα ζευγάρι (άντρας, γυναίκα) είναι αντίπαλο με ένα αντίστοιχο. Το μεικτό αυτό ζευγάρι, αποτελεί και πρωτοτυπία του αθλήματος, μιας και είναι το μόνο στο οποίο μπορούν να παίξουν συμπαίκτες άντρας και γυναίκα. Το παιχνίδι παίζεται με μια ειδική ρακέτα, κάπως πιο λεπτή από αυτή του τένις και εντελώς στρογγυλή, αντί για μπαλάκι υπάρχει ένα φτερό (shutlecock αγγλιστί), ενώ το φιλέ που χωρίζει τους παίκτες είναι πιο ψηλό. Αντικειμενικός σκοπός του παιχνιδιού είναι να πέσει το φτερό στο γήπεδο του αντιπάλου.
Αν και εκ πρώτης όψεως, ο χώρος του γηπέδου φαίνεται μικρός (6,70x6,10 m), η αντοχή που απαιτείται είναι εξαιρετικά… μεγάλη. Ταχύτητα, δύναμη και εκρηκτικότητα εναλλάσσονται σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού και για αυτόν τον λόγο δεν είναι λίγοι εκείνοι που προσομοιάζουν έναν αγώνα badminton με μονομαχίες… πολεμικών τεχνών. Σε παλαιότερη σύγκριση που έγινε μάλιστα ανάμεσα σε έναν αγώνα badminton και έναν αγώνα τένις (συγκεκριμένα τους τελικούς του 1985 σε Αγγλία και Καναδά) τα στοιχεία έδειξαν ότι οι αθλητές του badminton αγωνίστηκαν για το μισό χρονικό διάστημα (37 λεπτά πραγματικού χρόνου παιχνιδιού σε σχέση με 18 στο τένις), αλλά έτρεξαν τη διπλάσια απόσταση (4 μίλια έναντι 2) και έκαναν σχεδόν διπλάσια χτυπήματα (1.972 έναντι 1.004).
Ο καταιγιστικός του ρυθμός λοιπόν, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους ολοένα και περισσότεροι νέοι αθλητές και αθλήτριες αποφασίζουν να ασχοληθούν με αυτό. Όπως μας λέει και η Μαρία – Αθηνά Κασωτάκη, από την ομάδα Ε.Α.Φ.Ω στη Θεσσαλονίκη και μέλος της εθνικής ομάδας: «Είναι ένα πρωτότυπο και εντελώς διαφορετικό άθλημα από αυτά που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε και να κάνουμε στην Ελλάδα» και προσθέτει: «Τα χτυπήματα επίσης, είναι πολύ πιο εντυπωσιακά και δυνατά σε σχέση με αυτά του τένις, γεγονός που το καθιστά ακόμα πιο έντονο και δυναμικό. Είναι σίγουρα ένα πολύ δύσκολο άθλημα, αλλά είναι αυτή η δυσκολία του που το κάνει πιο όμορφο. Είναι σαν να «παλεύεις» για να κρατήσεις το μπαλάκι στον αέρα».
Σε αντίθεση με τα προαναφερθέντα αθλήματα, το Badminton ενισχύεται από χορηγούς που φαίνεται να πιστεύουν στην ανάπτυξή του στην χώρα μας με την Ομοσπονδία Αντιπτέρισης να εξασφαλίζει για ένα έτος χορηγία ολοκληρωμένης ένδυσης /εμφάνισης Εθνικών Ομάδων καθώς και υλικό για την υλοποίηση του προγράμματος «Μπαντμιντόραμα». Τα στοιχειώδη δηλαδή, τα οποία στην χώρα μας έχουν καταλήξει να φαντάζουν πολυτέλειες.
Περισσότερες πληροφορίες για το άθλημα Badminton εδώ.
Futsal
Άγνωστη λέξη; Βοηθάμε: Ποδόσφαιρο Σάλας. «Τι είναι πάλι αυτό;» Εξηγούμαστε. Το Futsal ή ποδόσφαιρο σάλας, αποτελεί μια εκδοχή του ποδοσφαίρου σε κλειστό γυμναστήριο. Παίζεται ανάμεσα σε δύο ομάδες των πέντε παικτών και σε αντίθεση με το κλασικό ποδόσφαιρο, οι αγώνες futsal γίνονται σε γήπεδα με «σκληρή» επιφάνεια που έχουν διαστάσεις γηπέδου χάντμπολ (40x20 m.) και διαρκούν σαράντα λεπτά (δύο ημίχρονα των 20 λεπτών). Οι αγώνες στην Ελλάδα διεξάγονται με βάση τους κανονισμούς της FIFA και της UEFA, ενώ καταχρηστικά ορισμένα παιχνίδια φιλοξενούνται σε ανοικτά γήπεδα, ενώ οι ομάδες έχουν την δική τους Ένωση, την Πανελλήνια Ενωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Σάλας (ΠΕΠΣΣ).
«Είναι ένα πολύ γρήγορο άθλημα, με γρήγορο ρυθμό και πολλές φάσεις», μας λέει ο Παναγιώτης Αρτινός παίκτης της πρωτοπόρου στο ελληνικό πρωτάθλημα ομάδας «Αθήνα 90» και μέλος της Εθνικής ομάδας τα τελευταία τέσσερα χρόνια και συνεχίζει: «Ο κάθε παίκτης έρχεται πολλές φορές σε επαφή με την μπάλα και συμμετέχει διαρκώς στο παιχνίδι». Το ποδόσφαιρο σάλας στην Ελλάδα χωρίζεται έχει 1η και 2η εθνική κατηγορία με δώδεκα και έξι ομάδες αντίστοιχα, ενώ η κάθε ομάδα είναι υποχρεωμένη να έχει τις δικές της αγωνιστικές ακαδημίες για την προώθηση και εξέλιξη του αθλήματος.
Θα περίμενε κανείς το εν λόγω άθλημα, λόγω της συγγένειάς του με το ποδόσφαιρο, να έχει μεγαλύτερη εμβέλεια στην Ελλάδα. Και όμως. «Αρνητικό φαινόμενο είναι ότι σχεδόν το 95% των ομάδων είναι από Αθήνα και σε αντίθεση με το κλασσικό ποδόσφαιρο το άθλημα στην χώρα μας είναι σε καθαρά ερασιτεχνικό επίπεδο και δεν χαίρει προβολής και διαφήμισης από τα μέσα», λέει ο Παναγιώτης, ο οποίος ευελπιστεί κάποια μέρα το ποδόσφαιρο σάλας να γίνει ολυμπιακό άθλημα. Μάλιστα, η εθνική ομάδα της χώρας μας υπάρχει για παραπάνω από δύο δεκαετίες και έχει συμμετάσχει κατά καιρούς σε προκριματικούς αγώνες τόσο ευρωπαϊκούς όσο και παγκόσμιους.
Μάθετε περισσότερες πληροφορίες για το ποδόσφαιρο σάλας και τις ακαδημίες του εδώ.
http://www.in2life.gr/