Στα εννέα χρόνια της ζωής της η Ρέιτσελ Μπέκγουιθ πρόλαβε να
δωρίσει τρεις φορές τις κοτσίδες της. Η πρώτη φορά ήταν στα πέντε της:
στο σχολείο πληροφορήθηκε πως μια οργάνωση (Locks of Love ή Κοτσίδες της
Αγάπης) συγκέντρωνε μαλλιά για να φτιάχνει περούκες για παιδιά που
πάσχουν από καρκίνο. Η Ρέιτσελ δεν δίστασε καθόλου. Εβαλε τη μητέρα της
Σαμάνθα να την κουρέψει και μετά περίμενε να ξαναμεγαλώσουν τα μαλλιά
της. Και τα έκοψε και πάλι. Η τρίτη φορά ήταν στις 23 Ιουλίου, την ημέρα
που σκοτώθηκε σε τροχαίο: οι γονείς της δώρισαν τα όργανα της Ρέιτσελ
μαζί με την τελευταία της κοτσίδα.
Είχε κλείσει τα 9 στις 12 Ιουνίου. Στους συγγενείς και τους φίλους
είχε πει: «Αντί να μου κάνετε δώρο, δωρίστε 9 δολάρια σ’ αυτούς που
φτιάχνουν πηγάδια για όσους δεν έχουν πόσιμο νερό». Είχε ακούσει μια
μέρα στην εκκλησία να μιλούν για τη λειψυδρία που απειλεί τον κόσμο και
για την Charity: water, μία από τις πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις
που συγκεντρώνουν κεφάλαια για ανθρωπιστικά προγράμματα που συνδέονται
με το νερό. Και είχε αποφασίσει να κάνει κάτι, να μπει στη μέση. Με τη
μητέρα της, ήρθαν σε επαφή με την οργάνωση. Στον ιστότοπο (www.charitywater.org)
εξακολουθεί να υπάρχει η σελίδα της: «Σας παρακαλώ, βοηθήστε με. Στους
δωρητές θα στείλουμε τη φωτογραφία των πηγαδιών και τις γεωγραφικές
συντεταγμένες από το Google Earth. Ο στόχος μου είναι να συγκεντρώσω 300
δολάρια».
Η Ρέιτσελ ζούσε στο Σιάτλ, ένα παιδί της εποχής της, των
ηλεκτρονικών υπολογιστών και του Google Earth. Ηταν τρελά ερωτευμένη με
τον τραγουδιστή – είδωλο των παιδιών Τζάστιν Μπίμπερ, αν και η μητέρα
της λέει πως δεν τολμούσε να το παραδεχτεί. Πιθανόν να είχε ζητήσει από
τον Τζάστιν (ο οποίος είναι κι αυτός χορηγός της Charity: water) να
βγάλει σε δημοπρασία έναν χορό μαζί του για να συγκεντρώσει λίγα ακόμη
δολάρια για την έκκληση των γενεθλίων της, που είχε σταματήσει στα 280
δολάρια. Ομως τις τρεις ημέρες που η Ρέιτσελ πέρασε αναίσθητη στο
κρεβάτι του νοσοκομείου, αφηγείται ο Νίκολας Κριστόφ στους «Νιου Γιορκ
Τάιμς», οι φίλοι της τής ψιθύρισαν στ’ αυτί πως μπορεί να είναι
ικανοποιημένη: οι δωρεές στο όνομά της είχαν ξεπεράσει κατά πολύ όχι
μόνο τον στόχο της, αλλά και τα 50.000 δολάρια που είχε καταθέσει ο
ίδιος ο Μπίμπερ. Στις 25 Ιουλίου, μετά την κηδεία, η μητέρα της έγραψε
ένα ευχαριστήριο ποστ : «Ξέρω πως η Ρέιτσελ χαμογελάει!».
Μακάρι να γελούσε με τον τρόπο που σκέπτονται οι ενήλικοι, με τους
μηχανισμούς της μετά θάνατον διασημότητας και με τον μικρό Σάιμον που
έστειλε 5 δολάρια – «αν και ήθελα να δώσω περισσότερα, αλλά είμαι μόνον 8
ετών και αυτό είναι το εβδομαδιαίο χαρτζιλίκι μου». Ή και με τον
κυνισμό μας, που θα κάνει κάποιους να πουν πως ήταν… η νταλίκα. Αν δεν
σκοτωνόταν εκείνο το Σάββατο του Ιουλίου στον αυτοκινητόδρομο από μια
νταλίκα που έπεσε πάνω στο αυτοκίνητο με το οποίο ταξίδευε η Ρέιτσελ με
την οικογένειά της, τραυματίζοντας θανάσιμα μόνον εκείνη, ίσως κανείς να
μη μάθαινε για την παράξενη γιορτή των γενεθλίων ενός κοριτσιού από την
περιφέρεια του Σιάτλ. Τα χρήματα που συγκέντρωνε για να ανοίξουν
πηγάδια στο Κονγκό ή το Μπανγκλαντές θα είχαν μείνει στα 280 και δεν θα
είχαν ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο δολάρια. Ο Κριστόφ δεν θα είχε γράψει
το εμπνευσμένο άρθρο του, στο οποίο αναγορεύει την Ρέιτσελ σε θετικό
σύμβολο της πιο νέας γενιάς. Αν δεν ήταν εκείνη η νταλίκα, η Ρέιτσελ θα
είχε βάλει μπροστά το νέο της σχέδιο έτοιμη να κόβει τις μπούκλες της
ξανά και ξανά.