27 Ιουλ 2011

ΜΕΤΡΑΩ ΤΙΣ ΜΠΟΥΚΙΕΣ ΣΟΥ


FREDERIC FARRE / Madame Figaro
Η Διατροφική Κατασκοπεία δεν είναι κωμικό σενάριο. Ακονίζουμε τα μαχαίρια μας για να κάνουμε κομματάκια όποιον τολμά να τρώει τηγανητά και υδατάνθρακες βραδιάτικα και ρίχνουμε στον Καιάδα όσους σνομπάρουν τα βιολογικά. 
Από τον Δημήτρη Βραχνό

Άσχετο: Ξέρεις ποια είναι η επόμενη ταινία της Τζένιφερ Άνιστον; Όχι ε; Τη δίαιτα που κάνει την ξέρεις; Την ξέρεις. Είτε διάβασες γι' αυτή στο προηγούμενο τεύχος της Μadame Figaro είτε δεν διάβασες και θα ήθελες να μάθεις περισσότερα. Και για έναν περίεργο λόγο, πρέπει να θυμάσαι ότι όντως κάνει δίαιτα και πάνω-κάτω ποια δίαιτα κάνει. Επίσης, κάτι έχεις ακούσει για το αν έχει διαγράψει από τη ζωή της τους υδατάνθρακες και για το αν έχει πέσει με τα (γλυκά της) μούτρα στα σούσι. Και είμαι σίγουρος πως, αν πετύχεις σε κάποιο ξεφύλλισμα μια είδηση για τον επόμενο γκόμενο της υπάρχω-μετά-τα-Friends ηθοποιού και δίπλα, σε ένα κουτάκι, το διαιτολόγιό της, το μάτι σου θα πάει κατευθείαν στο δεύτερο. Και η Τζένιφερ δεν είναι το μόνο παράδειγμα. Σε τούτο το ματαιo-δοξο κόσμο, η τέχνη ή, τέλος πάντων, η σόουμπιζ φαίνεται να έρχεται σε δεύτερη μοίρα, καθώς αυτό που μας ενδιαφέρει πια είναι μόνο η εικόνα των σταρ και όχι το έργο τους. Και η εικόνα τους -το γνωρίζουμε όλοι- καθορίζεται κυρίως από τη δίαιτά τους (και τις πλαστικές και τον personal trainer που χρυσοπληρώνουν, θα προσθέσω εδώ). 

Πάμε στο αγαπημένο σου εστιατόριο τώρα. Παραγγέλνεις, τα πιάτα έρχονται, όμως το βλέμμα σου έχει καρφωθεί στο απέναντι τραπέζι, για να δεις τι τρώει αυτή η κουκλάρα με το τέλειο σώμα. Έχει πάρει στήθος κοτόπουλο στη σχάρα με βραστά λαχανικά; Ή έχει το θράσος να τρώει πατάτες με κοκκινιστό κρέας; Μήπως στ’ αλήθεια ζηλεύεις το πιάτο της; Μήπως εκείνη έχει καλύτερο κριτήριο από σένα, επειδή διάλεξε κάτι πιο νόστιμο από το δικό σου πιάτο; Και ποια είναι αυτή στο κάτω-κάτω;

ΓΚΟΥΡΜΕ ΚΑΤΙΝΑ 007
Το είδος ανθρώπου στο οποίο ανήκουμε έχει προχωρήσει τόσο πολύ, λένε οι ποπ ανθρωπολόγοι, που εξελικτικά απέκτησε ακόμα ένα κουσούρι. Θέλουμε να παρατηρούμε ή, καλύτερα, να κατασκοπεύουμε τα πιάτα των άλλων, προκειμένου να συγκρίνουμε τη διατροφή μας με τη δική τους: είτε για να θαυμάσουμε και να αντιγράψουμε ό,τι τρώνε -επειδή, αν θέλεις, αυτό που τρώνε εκπέμπει μια γκουρμέ διάθεση ή αυτοπειθαρχία- είτε για να το κατακρίνουμε - επειδή αυτή η διατροφή δηλώνει μια αδιαφορία για το ευ ζην, την ωραία εμφάνιση και την υγεία γενικότερα. Και δεν μιλάμε μόνο για το φαγητό των άλλων, φυσικά. Αλλά και για τους ίδιους που το επέλεξαν.
Από την εποχή που απλώς αναρωτιόμασταν «γιατί τρώει σαν γουρούνι ο τυχεράκιας και δεν παχαίνει;» ή «τι κάνει η άτιμη και κρατιέται έτσι;», έχουμε περάσει στην εποχή όπου ενεργοποιούμε όλα τα ραντάρ μας για να εντοπίσουμε τα μυστικά διατροφής που υπάρχουν στα πιάτα των (ωραίων) άλλων και ακονίζουμε τα μαχαίρια μας για να κάνουμε κομματάκια όποιον τολμά να τρώει σήμερα τηγανητές πατάτες, σουβλάκια και υδατάνθρακες βραδιάτικα. Και σίγουρα ετοιμάζουμε έναν αστικό καιάδα για να ρίξουμε όσους ασεβείς σνομπάρουν απροκάλυπτα τα βιολογικά προϊόντα, καθώς τα συγκεκριμένα προϊόντα, ως γνωστόν, είναι σύμβολο στάτους – κακά τα ψέματα: Είναι λίγο πιο ακριβά και λίγο πιο δυσεύρετα από τα συμβατικά. Άρα, όποιος τα προμηθεύεται έχει σίγουρα και χρόνο και χρήμα, αλλά και την αντίστοιχη ενημέρωση ως προς το τι πρέπει να βάζουμε πλέον στο στομάχι μας. Όμως, τι έγινε στο μεταξύ και το φαγητό πλέον παίζει τόσο σημαντικό ρόλο στην καθημερινή μας σημειολογία;

ΦΑΪ: Η ΠΙΟ ΣΤΑΘΕΡΗ ΜΑΣ ΣΧΕΣΗ
Δεν είναι είδηση. Η σχέση μας με το φαγητό είναι συμπλεγματική. Το ξέρουμε πια καλά. Κάποτε, όταν τα ρόπαλα ήταν ένα απαραίτητο αξεσουάρ και οι σπηλιές δεν χωρούσαν συμβουλές ντεκό, μπορεί να χρειαζόμασταν την τροφή μόνο και μόνο για την επιβίωσή μας. Εδώ και πολλά πολλά χρόνια, όμως, προβάλλουμε στο φαγητό συναισθήματα και συμπεριφορές, σαν να είναι η τροφή η αγαπημένη μας μανούλα ή η σταθερή μας σχέση. Τρέχουμε στην αγκαλιά μιας λιπαρής πίτσας όταν θέλουμε να γιορτάσουμε μια τηλεοπτική βραδιά στο σπίτι. Αναζητάμε παρηγοριά σε έναν κουβά με παγωτό όταν χωρίζουμε, διότι σινεμά είναι αυτό, μια πλύση εγκεφάλου την έχει στο τσεπάκι του. Φτιαχνόμαστε όταν μυρίζουμε μια καυτή μακαρονάδα, καθώς οι υδατάνθρακες λειτουργούν μάλλον ως ναρκωτικό στον εγκέφαλό μας. Συνδυάζουμε γεύσεις και αρώματα φαγητών με δυνατές οικογενειακές αναμνήσεις και, όταν κάνουμε δίαιτα, απέχουμε από το φαγητό με εγκράτεια μοναχού, νιώθοντας πως κάνουμε μια τεράστια θυσία. Πώς, τώρα, αυτή η συμπλεγματική μας σχέση με το φαγητό έφτασε στο νέο και σχεδόν αστείο φαινόμενο της διατροφικής κατασκοπείας; Η απάντηση δεν είναι και τόσο δύσκολη. Ήταν αναμενόμενο. Η υστερία για το τι τρώμε ή το τι πρέπει να τρώμε, το άγχος μας για την εξωτερική μας εμφάνιση (έτσι όπως μας την επιβάλλουν δικτατορικά τα μίντια), η τάση μας να αντιγράφουμε τα μοντέλα-πρότυπα της εκάστοτε κοινωνίας, η ανάγκη μας να νιώθουμε ανώτεροι από κάποιους άλλους και ο φόβος μήπως φανούμε κατώτεροί τους δεν θα έμεναν έτσι απλά σκονισμένα στο υποσυνείδητό μας. Ήρθε η ώρα να ξαναχτυπήσουν και να μας κάνουν να θεωρούμε το φαγητό ως ένα νέο στοιχείο που θα καθορίσει την ταυτότητα των άλλων, αλλά κυρίως τη δική μας: Θέλω να του/της μοιάσω; Είμαι ανώτερος/η από εκείνον/η; Αν τρώω ό,τι κι εκείνος/η, θα αποκτήσω το σώμα/δέρμα/σεξ που θέλω;

ΘΑ ΠΑΡΩ Ο,ΤΙ ΚΙ ΕΚΕΙΝΗ
Ο τίτλος της παραγράφου μάς έρχεται από μια πανέμορφη κομεντί, το Όταν ο Χάρι γνώρισε τη Σάλι. Η Μεγκ Ράιν, ως Σάλι, παραγγέλνει ένα απλό χάμπουργκερ με οδηγίες ιεροτελεστίας και, μόλις τρώει μια μπουκιά, υποδύεται έναν οργασμό (!), εκεί στο άσχετο, την ώρα του φαγητού μπροστά στον άφωνο Χάρι - Μπίλι Κρίσταλ. Η κυρία-κομπάρσος απέναντι, αδρανής ερωτικά εδώ και καιρό προφανώς, αναφώνησε μετά το σοκ, γεμάτη ζήλια, «θα πάρω ό,τι κι εκείνη». Ήταν το πιο δημοφιλές αστείο αυτής της ταινίας. Έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, όμως, που το απλό αυτό αστείο γίνεται παγκόσμια τάση. Να μας νοιάζει τι τρώει ο δίπλα, προκειμένου να του μοιάσουμε ή να τον αξιολογήσουμε. Στη μαζική αγέλη που ζούμε, όσο και να θέλουμε να ξεχωρίσουμε, πέφτουμε κι εμείς –εξ ορισμού- στην ίδια παγίδα. Η τάση μας για μιμητισμό είναι κάτι σαν κατάρα γραμμένη στα DNA μας. Ό,τι και να κάνουμε, δεν μπορούμε να ξεφύγουμε. Αν λάβουμε δε υπόψη μας και το στοιχείο του ανταγωνισμού, που επίσης μας κυνηγάει σαν αδέσποτο σκυλί σε κακόφημη γειτονιά, ε, τότε αυτή η νέα «μόδα» δείχνει αναπόφευκτη. Και φοριέται παντού. Στο γραφείο, όταν ρωτάς τάχα μου δήθεν τη διπλανή σου τι έφερε από το σπίτι και από ποιο ντελικατέσεν αγοράζει τα λαχανικά της. Στο εστιατόριο, που για λίγα λεπτά «αφαιρείσαι», καθώς ζηλεύεις παύλα φθονείς τη δίμετρη που παρήγγειλε κάτι ελαφρύ ή –ακόμη χειρότερα- μια ονειρική πανακότα. Στο οικογενειακό τραπέζι, όπου στέκεσαι στον μπουφέ και σφυρίζεις αδιάφορα, ενώ στην πραγματικότητα ελέγχεις τι βάζει στο πιάτο της η μπροστινή σου. Ναι, το κάνουν κι άλλοι αυτό. Μην αγχώνεσαι.

ΚΑΤ’ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΚΑΘ’ ΟΜΟΙΩΣΗ
Λογικά, η Ελένη Μενεγάκη πρέπει να έχει λόξυγγα κάθε τρεις και λίγο, αν σκεφτείς πόσες χιλιάδες τηλεθεατριών αναρωτιούνται καθημερινά τι τρώει αυτή η γυναίκα και είναι έτσι μετά από τρεις γέννες. Δεν τα βγάζω από το κεφάλι μου αυτά, τα ακούω συνεχώς από διάφορες γυναίκες γύρω μου, νοικοκυρές και μη. Η Μαντόνα, από την άλλη, δεν έχει πάψει εδώ και είκοσι τόσα χρόνια να απασχολεί με την εμφάνισή της όλη την υφήλιο. Ναι, όλοι ξέρουν ότι οι σταρ κάνουν πλαστικές, ότι έχουν μια στρατιά γυμναστών και πλαστικών από πίσω τους, για να προσέχουν και τον παραμικρό πόντο που θα ξεχειλίσει από την κοιλιά τους, αλλά ξεχνάμε πως η εμφάνισή τους είναι το επάγγελμά τους. Και αυτή είναι η βασική τους διαφορά με όλους εμάς τους υπόλοιπους, που κάνουμε κανονικές δουλειές - και είμαστε και πιο ισορροπημένοι, μεταξύ μας. 

Το ότι μας ενδιαφέρει βέβαια το διαιτολόγιό τους, αυτό έχει να κάνει κυρίως με την υστερική μας κοινωνία, που δίνει υπεραξία στο «ποιος» κάνει τι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχει να κάνει με τη σημασία που έχει το «ποιος» τρώει «τι» και «γιατί», καθώς όλοι οι ωραίοι επώνυμοι είναι εκπρόσωποι της κυρίαρχης ιδεολογίας, που θέλει την εξωτερική ομορφιά να αντανακλά την εσωτερική, μολονότι όλοι γνωρίζουμε από την προσωπική μας ζωή πως αυτό δεν ισχύει απόλυτα. Όσο λοιπόν κι αν γοητεύεσαι από τα «μυστικά της διατροφής» των διαφόρων επωνύμων, θυμήσου πως αυτή η ομορφιά που θαυμάζεις είναι αποτέλεσμα ενός δύσκολου συνδυασμού καλών γονιδίων, υγιεινής διατροφής, πολλής γυμναστικής και αυτοπειθαρχίας. Το να αρχίσεις να πίνεις σκέτο λεμόνι και να κόψεις το φαΐ για πάντα δεν είναι η λύση. Για να μην αγχωνόμαστε άλλο, πάντως, προτείνουμε να βγάλουμε τελείως τη λέξη δίαιτα από το λεξιλόγιό μας και να αποφασίσουμε πως θα γυρίσουμε σελίδα στη διατροφή μας, επιλέγοντας τροφές υγιεινές και τρώγοντας με μέτρο. Η στέρηση ποτέ δεν έβγαλε σε κάτι καλό. Και άσε τα πιάτα των άλλων να γεμίζουν με ό,τι θέλουν.

ΕΠΙΜΕΝΕΙΣ;
Ορίστε. Χάζεψε με την ησυχία σου και χωρίς τύψεις τις δίαιτες των διασήμων. Να ξέρεις όμως ότι όλες κάνουν ταυτόχρονα και γυμναστική. Μην ξεγελαστείς.

Μαντόνα: Το βαμπίρ που δεν γερνάει με τίποτα κάνει τρελές θυσίες για να τη θαυμάζεις, κάθε φορά που τη βλέπεις να χοροπηδάει στα αμάξια με τον Τίμπερλεϊκ. Είναι οπαδός, μεταξύ άλλων, της μακροβιοτικής δίαιτας (που αποφεύγει τις επεξεργασμένες τροφές) και της αστάνγκα γιόγκα. Γυμνάζεται έξι φορές την εβδομάδα, ενώ δεν τρώει ποτέ σε εστιατόρια, καθώς, όπως λέει, «δεν ξέρεις ποτέ τι σου σερβίρουν, ξέρεις;»

Τζένιφερ Άνιστον: Έχει κόψει μαγιονέζες, σάντουιτς και τηγανητά. Κάνει τη δίαιτα της «ζώνης», με 40% υδατάνθρακες, 30% πρωτεΐνες και 30% λιπαρά. Pas mal. Της φέρνουν βέβαια τα γεύματα στο σπίτι - χαίρω πολύ. Επίσης, έχει γίνει φακίρης από την τόση γιόγκα.

Αντζελίνα Τζολί: Η διατροφή της είναι τίγκα στην πρωτεΐνη. Στο τσακίρ κέφι δοκιμάζει –σύμφωνα με τις φήμες- κατσαρίδες και ακρίδες, που είναι και αυτές γεμάτες πρωτεΐνες. 

Ντέμι Μουρ: Το έχει ρίξει στο τσάι, σε βαθμό υστερίας. Βοηθούν βέβαια λίγο παραπάνω οι πλαστικές, τα γυμναστήρια και τα μπότοξ.

Όπρα: Η βασίλισσα της δίαιτας. Αυτή κι αν έχει δοκιμάσει τα πάντα. Αποφεύγει τους υδατάνθρακες, πάντως, υστερικά. Ρύζι, μακαρόνια, ψωμί και πατάτες δεν θυμάται τι γεύση έχουν, σου λέει. Η Όπρα είναι η ζωντανή απόδειξη της γυναίκας που δεν έχει το ωραίο σώμα στο τσεπάκι της, αλλά με την επιμονή της μας δείχνει πως όλα γίνονται. Αρκεί να το θέλεις. Εννοείται πως γυμνάζεται όλη μέρα. Ξεκουράζεται, υποθέτουμε, μόνο στο σαλονάκι της εκπομπής της.

Σάρα Τζέσικα Πάρκερ: Βαριέται τα γυμναστήρια. Της αρέσει να τρώει, αλλά, για να διατηρήσει τη γραμμή που βλέπεις, κάνει όλη μέρα πιλάτες, στεπ και γιόγκα.

Γκουίνεθ Πάλτροου: Οπαδός της μακροβιοτικής δίαιτας, όπως και η Μαντόνα. Τώρα πια, βέβαια, η Γκουίνεθ επιτρέπει στον εαυτό της κάποια πράγματα, χωρίς όμως να καταναλώνει βούτυρο και γάλα. Πιστεύει πως, αν τρως φρέσκα, βιολογικά προϊόντα, δείχνεις πιο όμορφη. Είναι από τις πιο γήινες περιπτώσεις, καθώς δήλωσε «όποιος νομίζει πως είμαι τέλεια ας δει την κυτταρίτιδα στους μηρούς μου τώρα». Κάνει σε κανονική βάση γιόγκα και πιλάτες.

Έβα Λονγκόρια: Η απεγνωσμένη Λατίνα νοικοκυρά για πρωινό προτιμά ασπράδια αβγών ή φρούτα. Πού και πού χτυπάει και καμιά πίτσα. Προσέχει όμως τις ποσότητες. Τρελαίνεται για φέτες αγγουριού με χυμό λεμονιού (μπλιαχ). Πάει γυμναστήριο, φυσικά, καθώς υπήρξε κάποτε και καθηγήτρια αερόμπικ.

Κιμ Κατράλ: Η Σαμάνθα του Sex and the City κάνει το εξής αηδιαστικό. Λίγο πριν τελειώσει το φαγητό της, στύβει λεμόνι στα αποφάγια της, για να μη μασουλάει έτσι άσκοπα. Είπε: «Κάνω δίαιτα κάθε μέρα της ζωής μου. Μετά τα 40, επιβάλλεται». Α, και κάνει πολύ πιλάτες.

Σκάρλετ Γιόχανσον: Θρασύτατη. Δεν προσέχει τι τρώει, διότι, όπως λέει και η ίδια, «είμαι 21, έχω καλό μεταβολισμό». Περπατάει βέβαια συνέχεια, κάνει γιόγκα κάθε τόσο, ενώ λατρεύει να τρώει τζανκ από τα Burger King. Πολλές είναι οι γυναίκες που την περιμένουν στη γωνία για να τη λιντσάρουν.

(Πηγή: www.howcelebritiesloseweight.com. Ό,τι πρέπει για να κατασκοπεύσεις τη διατροφή των σταρ. Το βασικότερο, βέβαια, είναι ότι έτσι περνάει ευχάριστα κι η ώρα στο γραφείο).

http://www.madamefigaro.gr/