Σχεδόν κανένας πια δεν σου ανοίγει την πόρτα, δεν σου μιλά στον πληθυντικό στην πρώτη γνωριμία, δεν σκύβει να σου πιάσει αυτό το κάτι που σου έπεσε μια μέρα που φορούσες την πιο στενή σου φούστα. Κι όταν βρέχει, τα αυτοκίνητα γκαζώνουν πάνω στα νερά και σε κάνουν μούσκεμα. Πιστεύεις ακόμη ότι σε αυτόν τον πλανήτη, σ’ αυτή τη χώρα πιο συγκεκριμένα, είμαστε πολιτισμένοι;
Απο τον Δημήτρη Τσακούμη
Το savoir vivre είναι ένας γελοίος αναχρονισμός. Ακόμη κι όταν διαφημίζεται μια σύγχρονη έκδοση που περιέχει καλογραμμένους και έξυπνους κανόνες για το πότε επιτρέπεται και πότε όχι να έχεις το κινητό ανοιχτό και πώς προσφωνείς κάποιον στα email, η ουσία παραμένει η ίδια όπως ογδόντα χρόνια πριν: κάποιος σου επιβάλλει έμμεσα τι να κάνεις χωρίς να κρίνει κατά περίπτωση, αλλά γενικεύοντας και υπεραπλουστεύοντας. Εσύ, βέβαια, θεωρείς ότι η συμπεριφορά σου μπορεί να κινείται στα όρια της ακρότητας και όχι του βαρετού καθωσπρεπισμού, η προσωπικότητά σου να φανερώνεται μέσα από την εκκεντρική σου συμπεριφορά και ο ενικός να σπάει τον πάγο του πληθυντικού όταν το νιώθεις και όχι όταν σου δίνουν το ok. Έχεις το δικό σου τρόπο για όλα και μπορείς να είσαι όσο ξεχωριστή θέλεις. Δεν έχεις, όμως, δικαίωμα να είσαι αγενής. Με κανένα τρόπο. Όχι για άλλο λόγο, αλλά γιατί κάπως έτσι ξεχνάμε ότι υπάρχουν όρια, παρασυρόμαστε στη βαρβαρότητα και το κακό μας επιστρέφει έντοκο.
Οι ιππότες της ελεεινής τραπέζης
Παλιότερα οι άνθρωποι κρατούσαν με νύχια και με δόντια τα προσχήματα, κουκουλώνοντας την άγρια φύση τους με μια αραχνοΰφαντη κουβέρτα φτιαγμένη από καλούς τρόπους. Μπορεί τις περισσότερες φορές να ήταν προσποιητοί και κάλπικοι, αλλά οι ιπποτικής προέλευσης κώδικες βοηθούσαν τουλάχιστον να μη χυθεί αίμα σε καιρούς άγριους. Σε κείνα τα ευέξαπτα χρόνια, η ειρωνεία, η αγένεια, η μομφή, ένα άγριο βλέμμα ή μια απρεπής χειρονομία ήταν το πρώτο βήμα σε μια διαδρομή που σχεδόν πάντα κατέληγε σε αρχαία τραγωδία ή σεξπιρικό δράμα. Σήμερα, όμως, μια χοντράδα δεν είναι ανάγκη να ειπωθεί με βαρύγδουπο νόημα. Τις πιο πολλές φορές λέγεται χωρίς να της δίνεται κανένα βάρος, με μια ελαφράδα στην έκφραση και μια αμέλεια για τις επιπτώσεις, που ενδέχεται, όμως, να αποδειχτούν μοιραίες. Φιλίες καταστρέφονται κάθε τόσο γιατί δεν αντέχουν την κακώς εννοούμενη οικειότητα που καταντάει αδιακρισία. Επαγγελματικές συνεργασίες λυγίζουν κάτω από το βάρος μιας επικοινωνιακά κακής στιγμής, όταν κανένα από τα δύο μέρη δεν μπορεί να συγκρατήσει τα νεύρα του. Η ψυχολογία σου δοκιμάζεται και αιμορραγεί καθημερινά, επειδή όλο και περισσότεροι σου «τη λένε» χωρίς έλεος και με χαρακτηριστική ευκολία.
Πόσες και πόσες φορές δεν απορείς με το θράσος των συνομιλητών σου στις φιλικές παρέες ή στο γραφείο: «Πήρες κιλά;», «Απορώ πώς μπόρεσες να στείλεις το παιδί σε δημόσιο», «Πόσα παίρνεις;», «Πόσο καιρό έχετε να το κάνετε;», «Αποκλείεται να μην έχεις φάει κι εσύ κέρατο». Η λεκτική τους επιθετικότητα σε σοκάρει, ιδιαίτερα όταν οι απαντήσεις που θα έδινες στα παραπάνω αν ήσουν 100% ειλικρινής θα ήταν με τη σειρά: «Επτά κιλά σε δύο μήνες και δεν μπορώ να τα χάσω με τίποτα», «Έπρεπε να πάρουμε δάνειο για να το στείλω σε ιδιωτικό», «Τα μισά απ’ όσα παίρνεις εσύ», «Από το καλοκαίρι που πήγαμε στη Σίφνο», «Το ξέρω. Στο πουκάμισό του έχω βρει κραγιόν σε όλα τα χρώματα που σιχαίνομαι». Όμως, δεν λες την αλήθεια, ούτε επαναστατείς απέναντι σε ένα τόσο αδικαιολόγητα αγενές ερωτηματολόγιο. Υπομένεις τους κακούς τρόπους γιατί είναι μοντέρνο να μιλάς ανοιχτά για όλα και επειδή θα κινήσεις υποψίες αν αντιδράσεις όταν οι άλλοι χώνουν τη μύτη τους στην προσωπική σου ζωή. Μαθημένοι από τα reality, δεν σου επιτρέπουν ούτε καν να κλείσεις την πόρτα της κρεβατοκάμαράς σου και σε ανακρίνουν χωρίς οίκτο, ξεσκονίζοντας όλες τις κάμα σούτρα λεπτομέρειες με τον τρόπο που θα το έκανε και η Σαμάνθα στο Sex & the City. Μόνο που εσύ –αντίθετα με την Κάρι- συνηθίζεις να απαντάς με ανακρίβειες –και καλά κάνεις- και έτσι η απόσταση ανάμεσα σε σένα και στους ανθρώπους που θα ΄πρεπε να θεωρείς φίλους μεγαλώνει αντί να μικραίνει. Πριν το καταλάβετε, η αγένεια που νομίζατε για εμπιστοσύνη και συνενοχή σας έχει κάνει ξένους.
Και δεν είναι μόνο οι λεκτικές απρέπειες. Στο πεζοδρόμιο κανείς δεν κάνει λίγο δεξιά ή λίγο αριστερά να περάσουμε και οι δύο – δεν έχω τολμήσει να το δοκιμάσω, αλλά αν δεν παραμερίσω σίγουρα θα με ποδοπατήσουν. Στα μπαρ με σπρώχνουν και με αγριοκοιτάζουν ταυτόχρονα. Δράση και αντίδραση, όλα δικά τους. Η γειτόνισσα αφήνει πάντα την πόρτα της πολυκατοικίας να κλείσει με δύναμη πίσω της, ενώ έρχομαι φορτωμένος με σακούλες. Στο τραπέζι οι καπνιστές ανάβουν τσιγάρο πριν ακόμη έρθει το επιδόρπιο. Τα παιδιά στην πλατεία Δεξαμενής σουτάρουν πάνω μου την ώρα που περνάω. Και οι γονείς τους δεν ενοχλούνται που το παιδί τους έχει προφανώς διαβάσει το ίδιο εγχειρίδιο καλών τρόπων με τον Μαραντόνα. Στις δημόσιες υπηρεσίες οι υπάλληλοι διαδίδουν το Ευαγγέλιο του Μαρκήσιου ντε Σαντ. Οι σερβιτόροι ακόμη και στα πιο ακριβά μαγαζιά, αυτά που επαίρονται δήθεν για το service τους και το χρεώνουν όσο και ένα mini facelift στη Βραζιλία, πολλές φορές σου απευθύνονται λες και τρύπωσες παράνομα στην ουρά για το συσσίτιο. Και στο σούπερ μάρκετ πάντα κάποιος περνάει μπροστά σου στο διάδρομο για το ταμείο, κάνοντας δήθεν ότι παίρνει κάτι από το διπλανό ράφι. Ίσως όλα αυτά φαίνονται μικρά και ασήμαντα, αλλά μια κοινωνία που έχει αποδυναμώσει το πλέγμα προστασίας από την αναρχία, κινδυνεύει πολύ σύντομα να το καταργήσει εντελώς. Και τότε δεν μας σώζει τίποτα.
Αθήνα, η πόλη του Mad Max
Με καταλαμβάνει πανικός στην ιδέα ότι έτσι όπως κατρακυλούμε στην ασυδοσία, θα στραφούμε μια μέρα μαζικά και ανεξέλεγκτα ο ένας εναντίον του άλλου με αγριότητα: άντρες με γραβάτα και γυναίκες με ψηλά τακούνια θα κλέψουν μέρα-μεσημέρι ένα κομμάτι ψωμί από έναν παππού, θα πλακωθούν έτσι απλά για να εκτονώσουν την ενέργεια που τους περισσεύει, θα περάσουν με το (υβριδικό) τζιπ πάνω από καροτσάκια με μωρά. Ποιος λέει ότι αυτές είναι ακραίες υποθέσεις; Ο Τζουλιάνι όταν ανέλαβε δήμαρχος της Νέας Υόρκης δεν ήξερε από πού να αρχίσει και πού να τελειώσει σε μια πόλη βυθισμένη στο έγκλημα. Κι έκανε το ακόλουθο πείραμα: Έβαλε να παρατήσουν ένα αυτοκίνητο στη μέση ενός κακόφημου γκέτο. Όσο το αυτοκίνητο ήταν σώο, δεν κινδύνευε από το μίσος. Όταν οι ερευνητές έσπασαν επίτηδες το ένα του τζάμι, μέσα σε λίγες μέρες δεν του είχε μείνει ούτε ρόδα. Έτσι ξεκίνησε το δόγμα της μηδενικής ανοχής: Ο Τζουλιάνι υποστήριξε ότι αν δώσεις πράσινο φως ακόμη και στην πιο ήπια παραβατική συμπεριφορά, ανοίγεις το κουτί της Πανδώρας. Και όντας ανυποχώρητος ακόμη και στην πιο αθώα ανομία, κατάφερε να καθαρίσει μέχρι και την Times Square. Στη δική μας καθημερινότητα έχει ήδη τρυπώσει η λεκτική βία, η αδιακρισία, η σκληράδα ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, ένα σπρώξιμο τώρα και ένα χωρίς αφορμή άγριο βλέμμα αργότερα. Νομίζω ότι μια λεπτή και εύθραυστη κλωστή συγκρατεί αυτή την κοινωνία ανθρώπων από το να πέσει στο χάος και τη βαρβαρότητα τύπου Mad Max.
Τη θυμάστε αυτή την ταινία; Ο Μελ Γκίμπσον σε ένα ρημαγμένο τόπο, η Γη ύστερα από μια μεγάλη καταστροφή, δεν υπάρχουν κανόνες, ούτε ανθρωπιά. Ένας σύγχρονος πρωτογονισμός, ένας μεταμοντέρνος Μεσαίωνας, ολόκληρος ο πλανήτης σε αποσύνθεση. Κοίταξε γύρω σου και πες μου με το χέρι στην καρδιά ότι δεν είμαστε πολύ κοντά σε κάτι τέτοιο. Στις προηγμένες χώρες, η ευταξία και η οργάνωση, μα πάνω απ’ όλα η έμφυτη ή έστω προσποιητή ευγένεια και οι καλοί τρόποι σε καθησυχάζουν. Λες «μπα, το ανθρώπινο γένος είναι πια εκπολιτισμένο, ανίκανο για τόσο ωμό κακό». Εδώ στην Ελλάδα, όμως, τρέμω τους οδηγούς των γιγαντιαίων SUV. Με έχουν πολλές φορές βρίσει, μουντζώσει και παραλίγο σκοτώσει ενώ μιλούν στο κινητό.
Επιστροφή στο πρωτόκολλο
Ακόμη κι αν δεν μπορείς να είσαι διαρκώς χαμογελαστή και ευπροσήγορη, σαν Αυστραλός σέρφερ που το μόνο του πρόβλημα είναι αν θα σηκώσει κύμα, προσπάθησε τουλάχιστον να μη δηλητηριάζεσαι από τις νευρώσεις και το θυμό που σου προκαλεί η δύσκολη καθημερινότητα. Όλοι έχουν προβλήματα - έναν προϊστάμενο να τους πιέζει, ένα σύντροφο που δεν είναι εκεί όταν πρέπει, μια πιστωτική κάρτα να ξεχρεώσουν ή έστω μια «bad hair day». Θέλω να πιστεύω ότι η αγένεια δεν είναι στο DNA μας, αλλά όταν φοράμε το πιο τρομακτικό μας ύφος είναι γιατί εξωτερικεύουμε χωρίς φιλτράρισμα το ζοφερό μέσα μας. Τι ωφελεί, όμως, να αναπαράγεις το σκοτάδι; Και άλλες φορές πάλι γίνεσαι αγενής και κακότροπη, γιατί κάποιος άλλος συμπεριφέρθηκε έτσι απέναντί σου και τον μιμείσαι. Ποιος, δηλαδή, περιμένεις να σπάσει το φαύλο κύκλο;
http://www.madamefigaro.gr/