Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα της έρευνας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου για την ανίχνευση μετάλλων σε νηπιαγωγεία του Λαυρίου, αφού όπως αποδείχθηκε τα τοξικά βαρέα μέταλλα έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τα ανώτατα επιτρεπτά όρια.
Σύμφωνα με την έρευνα του Περιβαλλοντικού Εργαστηρίου, δειγματοληψίες από το προαύλιο του 1ου και του 3ου Νηπιαγωγείου του Λαυρίου έδειξε πως υπάρχει τεράστια συγκέντρωση κυρίως σε μόλυβδο, αρσενικό και κάδμιο, αφού οι τιμές τους έχουν ξεπεράσει κατά εκατοντάδες φορές τα επιτρεπτά όρια.
Ο μόλυβδος βρέθηκε να φτάνει έως και τα 12.500 ppm (μιλιγκράμ ανά κιλό), με όριο συναγερμού τα 530 ppm, ενώ το αρσενικό φτάνει ως τα 2.350 ppm, εκεί που το διεθνές όριο κινδύνου είναι τα 55 ppm.
Ο καθηγητής επαγγελματικής και βιομηχανικής Υγιεινής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Βασίλης Μακρόπουλος, τονίζει, ότι “πρέπει να γίνουν πιο εκτεταμένες μετρήσεις, να διαπιστωθεί το ύψος της έκθεσης των παιδιών, οι επιπτώσεις που έχουν στον οργανισμό, αν υπάρχουν αλλοιώσεις στο γενετικό υλικό. Τα παιδιά παίζουν και βάζουν το χώμα στο στόμα και γι’ αυτό είναι επικίνδυνο. Για παράδειγμα, ο μόλυβδος χτυπάει το κεντρικό νευρικό σύστημα και το αρσενικό είναι καρκινογόνο.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν έχουμε οριακές τιμές για το έδαφος και δανειζόμαστε τις διεθνείς. Άλλες χώρες, έχουν κάνει μελέτες και έχουν θεσπίσει άλλες οριακές τιμές, όπως η Ολλανδία για το αρσενικό έχει όριο κινδύνου τα 29 ppm και όχι τα 55 ppm”.
Φαίνεται πως το Λαύριο πληρώνει ακόμη τη μόλυνση που έχει προκληθεί ανά τους αιώνες από τη μεταλλουργία και τη βιομηχανία της περιοχής. Από το 3.000 πΧ παρατηρείται μεταλλουργική δραστηριότητα στην περιοχή, αλλά η συστηματική εκμετάλλευση ξεκινάει το 508 πΧ καθιστώντας τα μεταλλεία Λαυρίου ως την κύρια πηγή πλούτου της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Από τη Ρωμαϊκή εποχή μέχρι τον 19ο αιώνα τα μεταλλεία παραμένουν σε αδράνεια. Τον 19ο αιώνα αρχίζει η εντατική βιομηχανοποίηση της Λαυρεωτικής μέχρι και το 1992 που έκλεισε οριστικά και η τελευταία μεταλλουργική εταιρεία.
Επίσης, άλλα εργοστάσια, όπως αυτά της ΔΕΗ, χημικών προϊόντων, συσσωρευτών, ποντικοφάρμακων κι άλλα έχουν επιβαρύνει το περιβάλλον.
http://www.cosmo.gr/
Σύμφωνα με την έρευνα του Περιβαλλοντικού Εργαστηρίου, δειγματοληψίες από το προαύλιο του 1ου και του 3ου Νηπιαγωγείου του Λαυρίου έδειξε πως υπάρχει τεράστια συγκέντρωση κυρίως σε μόλυβδο, αρσενικό και κάδμιο, αφού οι τιμές τους έχουν ξεπεράσει κατά εκατοντάδες φορές τα επιτρεπτά όρια.
Ο μόλυβδος βρέθηκε να φτάνει έως και τα 12.500 ppm (μιλιγκράμ ανά κιλό), με όριο συναγερμού τα 530 ppm, ενώ το αρσενικό φτάνει ως τα 2.350 ppm, εκεί που το διεθνές όριο κινδύνου είναι τα 55 ppm.
Ο καθηγητής επαγγελματικής και βιομηχανικής Υγιεινής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Βασίλης Μακρόπουλος, τονίζει, ότι “πρέπει να γίνουν πιο εκτεταμένες μετρήσεις, να διαπιστωθεί το ύψος της έκθεσης των παιδιών, οι επιπτώσεις που έχουν στον οργανισμό, αν υπάρχουν αλλοιώσεις στο γενετικό υλικό. Τα παιδιά παίζουν και βάζουν το χώμα στο στόμα και γι’ αυτό είναι επικίνδυνο. Για παράδειγμα, ο μόλυβδος χτυπάει το κεντρικό νευρικό σύστημα και το αρσενικό είναι καρκινογόνο.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν έχουμε οριακές τιμές για το έδαφος και δανειζόμαστε τις διεθνείς. Άλλες χώρες, έχουν κάνει μελέτες και έχουν θεσπίσει άλλες οριακές τιμές, όπως η Ολλανδία για το αρσενικό έχει όριο κινδύνου τα 29 ppm και όχι τα 55 ppm”.
Φαίνεται πως το Λαύριο πληρώνει ακόμη τη μόλυνση που έχει προκληθεί ανά τους αιώνες από τη μεταλλουργία και τη βιομηχανία της περιοχής. Από το 3.000 πΧ παρατηρείται μεταλλουργική δραστηριότητα στην περιοχή, αλλά η συστηματική εκμετάλλευση ξεκινάει το 508 πΧ καθιστώντας τα μεταλλεία Λαυρίου ως την κύρια πηγή πλούτου της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Από τη Ρωμαϊκή εποχή μέχρι τον 19ο αιώνα τα μεταλλεία παραμένουν σε αδράνεια. Τον 19ο αιώνα αρχίζει η εντατική βιομηχανοποίηση της Λαυρεωτικής μέχρι και το 1992 που έκλεισε οριστικά και η τελευταία μεταλλουργική εταιρεία.
Επίσης, άλλα εργοστάσια, όπως αυτά της ΔΕΗ, χημικών προϊόντων, συσσωρευτών, ποντικοφάρμακων κι άλλα έχουν επιβαρύνει το περιβάλλον.
http://www.cosmo.gr/