Ο Άγιος Ελευθέριος γεννήθηκε στην Ελλάδα και έζησε τον 2o αιώνα μ. Χ. Τότε αυτοκράτορας ήταν ο Κόμμοδος και ο Σεπτίνος Σεβήρος. Ορφανός από πατέρα, ανατράφηκε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου από την ευσεβέστατη και φιλάνθρωπη μητέρα του, Ανθία.
Διακαής πόθος της Ανθίας ήταν να επισκεφτεί τη Ρώμη, που τα χώματά της είχαν βαφτεί με το αίμα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Κάποτε, λοιπόν, αποφάσισε και πήγε. Μαζί πήρε και το νεαρό γιό της Ελευθέριο. Ο επίσκοπος Ρώμης, όταν είδε τον Ελευθέριο εκτιμώντας την πολλή νοημοσύνη του, τη θερμή πίστη και το αγνό ήθος του, τον έλαβε υπό την προστασία του.
Μετά από λίγα χρόνια τον χειροτόνησε διάκονο και έπειτα ιερέα. Από τη θέση αυτή ο Ελευθέριος αγωνίστηκε με ζήλο για τη διδαχή του ποιμνίου του, και σε έργα φιλανθρωπίας.
Γι’ αυτό και το έτος 182 μ. Χ., με κοινή ψήφο κλήρου και λαού, ανήλθε στον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης. Η φήμη της αρετής του έφτασε μέχρι τη Βρεττανία.
Έτσι, ο βασιλιάς αυτής Λούκιος έγραψε επιστολή στον Ελευθέριο και του δήλωνε ότι αυτός και ο λαός του επιθυμούσαν να γίνουν χριστιανοί. Ο Ελευθέριος αμέσως ανταποκρίθηκε, στέλνοντας δύο εκπαιδευμένους στην πίστη άνδρες, που κατήχησαν και βάπτισαν χριστιανούς τον Λούκιο με το λαό του.
Όταν ο Σεπτίμιος Σεβήρος εξήγειρε διωγμό κατά των χριστιανών, ο Ελευθέριος τον έλεγξε θαρραλέα. Τότε διατάχθηκε ο μαρτυρικός θάνατός του, μαζί με τη μητέρα του Ανθία.
Έτσι ο Άγιος Ελευθέριος πέρασε «εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού». Δηλαδή στην ελευθερία της ένδοξης κατάστασης των παιδιών του Θεού.